Παρασκευή 26 Μαΐου 2017

Το Eurogroup που μπορεί να «κάψει» την κυβέρνηση

Του Βασίλη Γεώργα

Κανένας υπουργός Οικονομικών δεν θα ήθελε να είναι στη θέση του Ευκλείδη Τσακαλώτου στο Eurogroup της Δευτέρας, και κανείς Πρωθυπουργός στη θέση του Αλέξη Τσίπρα από εκείνο το βράδυ και μετά. Η πρόκληση δεν έχει να κάνει με την ουσία μιας συμφωνίας που η κυβέρνηση πλέον εύχεται να εξακολουθήσει να υπάρχει στο τραπέζι και την επόμενη φορά ώστε να την σηκώσει χωρίς πολλά-πολλά.

Έχει να κάνει κυρίως με την επικοινωνιακή της διαχείριση προκειμένου να αποφευχθεί μια διαφαινόμενη πανωλεθρία και η κατάσταση να μην εξελιχθεί σε αυτό που ο Τσακαλώτος είχε περιγράψει με τη φράση «καήκαμε αν φτάσουμε μέχρι τον Μάιο-Ιούνιο».

Τα πράγματα έγιναν αιφνιδίως τόσο άσχημα για τη χώρα ώστε δεν μπορούμε να ξέρουμε πλέον ούτε που πηγαίνουμε, αλλά ούτε και αν όλοι στην κυβέρνηση έχουν καν τη διάθεση και τις δυνάμεις να βάλουν πλάτη στην ηγετική ομάδα του Μαξίμου ώστε να παραμένουν γαντζωμένοι στην εξουσία και να αγναντεύουν το αδιέξοδο. Η εμπλοκή της «τελευταίας στιγμής» είναι το τίμημα των φουσκωμένων προσδοκιών που σκοπίμως καλλιέργησε το Μέγαρο Μαξίμου ότι μπορεί να πετύχει πολλά περισσότερα από όσα συμφώνησε πέρυσι τον Μάιο με τους ευρωπαίους πιστωτές για το ελληνικό χρέος, και αποτέλεσμα της παγίδας στην οποία έπεσε η κυβέρνηση όταν επέλεξε ως στρατηγική να «εκβιάσει» το Βερολίνο, μεταφέροντας όλη τη διαπραγμάτευση μέχρι τις παραμονές των γερμανικών εκλογών.

Οι πολιτικές δυνάμεις που στήριξαν αυτή την τακτική, τώρα αποσύρονται διακριτικά στα μετόπισθεν με πρώτο και καλύτερο το ΔΝΤ που ενώ με βάση τους αριθμούς μιλά τη φωνή της λογικής, από πλευράς πολιτικής «αδειάζει» την Ελλάδα και προθυμοποιείται να συμβιβαστεί με την παράταση των οριστικών του αποφάσεων μέχρι να κλείσει ο εκλογικός κύκλος στη Γερμανία. Ο δεύτερος σύμμαχος που παίρνει αποστάσεις είναι η Γαλλία που συμπαρατάσσεται με το Βερολίνο και τον ESM ως προς το τι μπορεί και πότε πρέπει να γίνει για το χρέος, και τέλος η ΕΚΤ η οποία όχι μόνο υποστηρίζει τον δρόμο των υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων που προβλέπει η συμφωνία για την αποπληρωμή του χρέους, αλλά νίπτει τας χείρας της για την αδυναμία να εντάξει την Ελλάδα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.

Τα σενάρια πολιτικών εξελίξεων έχουν ήδη αρχίσει να τρυπώνουν από την πόρτα που άνοιξε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος στο Eurogroup όταν –όπως αποκαλύφθηκε από τα πρακτικά- είπε ότι η κυβέρνηση χρειάζεται χρόνο για να διαχειριστεί έναν συμβιβασμό που δεν θα διασφαλίζει ότι το ΔΝΤ θα ανάψει πράσινο φως για τη βιωσιμότητα του χρέους «επειδή αυτό θα δημιουργούσε τεράστια πολιτική κρίση στην Ελλάδα».

Αυτή τη φορά ο Τσακαλώτος ούτε χτύπησε το χέρι στο τραπέζι, ούτε τους δανειστές απείλησε με δημοψήφισμα όπως έκανε στο προηγούμενο Eurogroup, ούτε μίλησε για πολιτική διαπραγμάτευση και για το δίκαια αιτήματα της Ελλάδας.

Παρακάλεσε μόνο το ΔΝΤ και τον Schaeuble να προσφέρουν στην ελληνική κυβέρνηση μια φαινομενικά «καλύτερη λύση» που θα μπορεί να την διαχειριστεί στο εσωτερικό ακόμη και αν αυτή τελικά δεσμεύει σε λιτότητα διαρκείας με πρωτογενή πλεονάσματα 2,5% - 3,5% για δεκαετίες την Ελλάδα. Και εμφανίστηκε να έχει συνειδητοποιήσει πλήρως ότι αν αυτή η λύση δεν έρθει μέσα στις επόμενες 20 ημέρες, η κυβέρνησή του κινδυνεύει να καταρρεύσει μαζί με όλα όσα συνιστούσαν το κεντρικό της αφήγημα τους τελευταίους μήνες, ενώ την ίδια στιγμή θα αποκαλύπτεται η μεγάλη ζημιά που προκάλεσε τα δύο προηγούμενα χρόνια με μοχλό τον εκτροχιασμό της οικονομίας.

Χωρίς τη σφραγίδα του ΔΝΤ για τη βιωσιμότητα του χρέους εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να υπάρξει ούτε η ποσοτική χαλάρωση από την ΕΚΤ, ούτε η «έξοδος στις αγορές» που είχε σχεδιάσει με τη Rothschild για το καλοκαίρι, ούτε η «αυτόματη ανάπτυξη» μέσω της οποίας η κυβέρνηση ήλπιζε ότι θα ξεπλύνει τις πολιτικές με τις οποίες σκότωσε την ανάκαμψη της οικονομίας τα δύο προηγούμενα χρόνια, ούτε εν τέλει ο τερματισμός των μνημονίων το 2018.

Αντίθετα στο τραπέζι θα έχουν μείνει μόνο τα πρόσθετα μέτρα των 5 δισ. ευρώ που μόλις ψήφισε η Βουλή για το 2019-2020 ως μέρος της συμφωνίας με το ΔΝΤ, και ένα «πακέτο» για το χρέος που θα προβλέπει άπιαστα πρωτογενή πλεονάσματα μέχρι το 2060, συνιστώντας αμφότερα το πρόπλασμα του 4ου μνημονίου.

Αν αυτό είναι ό,τι καλύτερο μπορεί να πάρει στην παρούσα φάση η Ελλάδα, οποιοδήποτε άλλο σενάριο που θα έχει ως αποτέλεσμα την πλήρη αποχώρηση του ΔΝΤ από το ελληνικό πρόγραμμα θα είναι μια νέα καταστροφή. Οδηγεί εκ των πραγμάτων είτε σε μεγάλη καθυστέρηση και παράταση της αβεβαιότητας για πολλούς μήνες, είτε πλέον στο δρόμο της ακύρωσης του τρίτου μνημονίου, νέες διαπραγματεύσεις και ψηφοφορίες στα κοινοβούλια της Ευρώπης και εν τέλει σε ένα νέο μνημόνιο που θα βασίζεται πλέον στα «υπόλοιπα» των δανείων που δεν έχει εισπράξει η χώρα.

Ήδη από το επόμενο πρωινό του Eurogroup και των διαλόγων που αποκαλύφθηκε ότι διημείφθησαν εκεί, το «πακέτο Schaeuble» που βασίζεται σε υπεραισιόδοξες προβλέψεις για την ανάπτυξη, υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα για δεκαετίες και περιορισμένη (15ετή) επιμήκυνση μέρους του χρέους, φαντάζει όλο και πιο δελεαστικό για την κυβέρνηση.

Κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει από τώρα τον τρόπο που η κυβέρνηση θα επιλέξει να διαχειριστεί πολιτικά τη διάψευση των προσδοκιών που καλλιέργησε. Αυτό θα εξαρτηθεί περισσότερο από τα περιθώρια αντοχών των κοινοβουλευτικών ομάδων των ΣΥΡΙΖΑ ΑΝΕΛ, παρά από όσα θα μπορούσαν να της προσφέρουν οι πιστωτές στο επόμενο Eurogroup.

Το παρελθόν έχει δείξει ότι η κυβέρνηση λειτουργεί κάνοντας κάθε φορά και ένα μεγαλύτερο βήμα πιο μακριά από τις διακηρύξεις, τις υποσχέσεις και τις θέσεις της. Έχει άλλωστε ήδη απομακρυνθεί έτη φωτός από την περίοδο που έστηνε λαϊκά δικαστήρια στο Σύνταγμα και κατήγγειλε τους δανειστές για το «επονείδιστο χρέος».
liberal.gr
Φωτογραφία SOOC

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

skaleadis

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...