Οι μέγιστοι ηγέτες Αρβανίτες πατριώτες
Οι δύο άγνωστοι-αδίδακτοι Ήρωες, οι Τουρκομάχοι Ηπειρώτες Γεώργιος Καστριώτης και Μάρκος Μπότσαρης, οι μέγιστοι ηγέτες Αρβανίτες πατριώτες με αίσθημα ελευθερίας και αυτοθυσίας, η δόξα του δευτέρου ακολουθώντας τον θρύλο του πρώτου, «συνενώνων τας αρετάς των σοφών της αρχαίας Ελλάδος, την έμπνευσιν των ποιητών της με τους ηρωισμούς των ημιθέων της».
Η πολεμική δράση του Γεωργίου Καστριώτη ανάγεται σε μια εποχή (1443-1468 μ.Χ.) την οποία η σύγχρονη σχολική Ιστορία αντιπαρέρχεται, περιοριζόμενη στην πτώση της Κωνσταντινουπόλεως (1453). Όμως, την ίδια εκείνη εποχή, στα απάτητα βουνά και τις δυσπρόσιτες κοιλάδες της Βορείου Ηπείρου και της σημερινής Αλβανίας, ο Γ. Καστριώτης (Σκεντέρμπεης) και οι συμμαχητές του (Έλληνες και Αλβανοί) έγραφαν με ποταμούς αίματος μια πρωτοφανή αντιστασιακή εποποιΐα κατά των Τούρκων εισβολέων, που κράτησε 25 ολόκληρα χρόνια. Ο Γ. Καστριώτης ήταν γιός του Ιωάννη Καστριώτη, γόνου γνωστής Ελληνοβυζαντινής οικογένειας και στρατιωτικού άρχοντα της Κρόιας (πόλεως κειμένης λίγα χλμ. βορείως των Τιράνων) και της γύρω περιοχής. Οι Καστριώτες, κατά τον μεσαιωνικό ιστορικό συγγραφέα Σίλβιο Αινεία (τον μετέπειτα Πάπα Ρώμης Πίο Β΄), σύγχρονο του Γεωργίου Καστριώτη, ήσαν Έλληνες Μακεδόνες από την Ημαθία. Ο παππούς του, Κωνσταντίνος Καστριώτης, ήταν άρχοντας των Μακεδονικών πόλεων Βεροίας και Καστοριάς, μία δε βάσιμη εκδοχή προελεύσεως του επιθέτου «Καστριώτης» είναι εκ του Καστ(ο)ριώτης. Στο παλαιότατο βιβλίο «Historie ofGeorge Kastriot» (Λονδίνο 1594) αναφέρεται η Μακεδονία ως αρχική καταγωγή των Καστριωτών και ο πατέρας του ήρωα χαρακτηρίζεται ως «Έλλην πρίγκηψ που ηγεμόνευσε στην Ήπειρο». Κάτω από την σημαία του (ερυθρή με μαύρο και λευκό δικέφαλο αετό κάτω από ένα εξάκτινο αστέρι) προσέλκυσε πλήθος Ελλήνων και Αλβανών πολεμιστών εναντίον των Ασιατών επιδρομέων κατακτητών. Μέχρι την 17η Ιανουαρίου 1468 οπότε πέθανε ξαφνικά από ελονοσία, αντιμετώπισε νικηφόρα τις αλλεπάλληλες εναντίον του Τουρκικές εκστρατείες, στις οποίες επικεφαλής τίθονταν οι επιφανέστεροι Οθωμανοί στρατηγοί, αλλά και οι ίδιοι οι Σουλτάνοι Μουράτ Β΄ και Μωάμεθ Β΄. Η ηγεμονική του σφραγίδα, όπου απεικονίζεται επίσης ο Βυζαντινός δικέφαλος αετός, φέρει κυκλικά επιγραφή στα Ελληνικά, όπου διαβάζουμε: «ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ, ΕΛΕΩ ΘΕΟΥ ΑΥΤΟΚΡΑΤΩΡ ΡΩΜΑΙΩΝ, Ο ΜΕΓΑΣ ΑΥΘΕΝΤΗΣ ΤΟΥΡΚΩΝ, ΑΛΒΑΝΩΝ, ΣΕΡΒΩΝ ΚΑΙ ΒΟΥΛΓΑΡΩΝ» (Εθνικό Μουσείο Κοπεγχάγης). Οι Οπλαρχηγοί του Σκεντέρμπεη - (Σκεντέρ από Ισκαντέρ, δηλαδή από Αλ-έσκαντρος, όπου το ξ οι μουσουλμάνοι λέγουν σκ, ενώ το Αλ δεν το προφέρουν λόγω Αλλάχ) – οι Ηπειρώτες τουρκομάχοι Γεώργιος και Κων. Αριανίτης, Κόντης Ουρανός (Βρανάς), Θεόδωρος Κορώνης, Παύλος και Γεώργιος Στρέσιος-Μπάλτσας (αρχηγοί Χιμαριωτών), Παύλος και Νικόλαος Δούκας-Γκίνης, Ζαχαρίας και Δούσμανης Λέκκας, Πέτρος Σπανός, Ιωάννης Μουζάκης, Πέτρος Εμμανουήλ, Ζαχαρίας Γκρόπας, Παύλος Μάνεσης, Φραγκίσκος Κωλέτης, Ανδρέας Περλάτος, κ.ά., με τις πολυάριθμες φάρες τους, μετά τον θάνατο του Γεωργίου Καστριώτη και την επικράτηση των Οθωμανών στον Ηπειρωτικό χώρο, υποχρεώθηκαν να μετοικήσουν «συν γυναιξί και τέκνοις» για να αποφύγουν την εκδικητική μανία των κατακτητών, τα παιδομαζώματα και τους εξισλαμισμούς. Επέλεξαν ως ασφαλείς τόπους απόκρυψής τους, τόσο τις ορεινές και απρόσιτες περιοχές της Ελλάδος (όπως τα χωριά του Σουλίου), όσο και αυτές της Κάτω Ιταλίας (Βασίλειο Νεαπόλεως, Απουλία, Ρήγιον, Καλαβρία και Σικελία), όπου το Ελληνικό στοιχείο ήκμαζε εκεί από αιώνες.
Ο Μάρκος Μπότσαρης από το Σούλι (1790-1823) «είναι ίσως ο μόνος εκ των Ηγετών του Αγώνος, δια την στρατηγικήν αξίαν, δια την προσωπικήν ανδρείας, δια την πολιτικήν σύνεσιν, δια την ψυχικήν ευγένειαν, δια την ευθύτητα χαρακτήρος, δια την μοναδικήν ανιδιοτέλειαν του οποίου δεν υπάρχει δευτέρα γνώμη. Είναι ο μόνος ασκίαστος, ο μόνος πάλλευκος αρχηγός. Η δόξα του απήχησεν αμέσως εις όλον τον κόσμον». Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης, σε πολλές μάχες συμπολεμιστής του, έλεγε γι’ αυτόν: «Ο Μάρκος ήταν τρανός. Είχε νου που δεν είχε άλλος. Είχε καρδιά λιονταριού και γνώμη δίκαιη σαν του Χριστού. Εμείς όλοι, ούτε στο δάχτυλό του δεν φθάνουμε». Οι Γάλλοι φιλέλληνες τον ετίμησαν ονομάζοντας «BOTZARIS» μεγάλη οδό στο Παρίσι, Σιδηροδρομικό σταθμό, μεγάλο εμπορικό κέντρο, Ταχυδρομείο… Η πραγματική έναρξη της μεγάλης Επαναστάσεως, της Εθνεγερσίας των Ελλήνων από τον αβάσταχτο και μακραίωνο τουρκικό ζυγό, είναι η επίσημη κήρυξη πολέμου από τους Σουλιώτες κατά των Σουλτανικών στρατευμάτων, από την στιγμή της επανακαταλήψεως του Σουλίου (μετά από συνθήκες των ηγετών Νότη και Μάρκου Μπότσαρη με τον πολιορκημένο από τους Τούρκους Αλή Πασά στα Γιάννενα) την 12η Δεκεμβρίου 1820. Οι πολεμικοί αγώνες των Σουλιωτών, από την επανεγκατάστασή τους στο πάτριο οροπέδιο (που είχαν αναγκασθεί να εγκαταλείψουν το 1803 υπό δραματικές συνθήκες) δεν είχαν μόνο την συμβολική αξία της απελευθερώσεως των πρώτων ελληνικών εδαφών και της έκτοτε αναγκαίας υπερασπίσεώς τους. Από στρατηγική άποψη εμπεριείχαν την πολύ σπουδαιότερη σημασία «αγκιστρώσεως» σημαντικότατων Σουλτανικών δυνάμεων στην Ήπειρο (σε συνδυασμό με την για όσο περισσότερο χρόνο κατορθωτή αντίσταση του Αλή πασά στο κάστρο Ιωαννίνων), όπου οι Σουλιώτες μάχονταν επί 22 μήνες αδιάκοπα, παράλληλα με τους αγώνες των λοιπών Ελλήνων στην Πελοπόννησο, Ρούμελη, Μακεδονία, νησιά Αιγαίου και Κρήτη. Στην τελευταία εθνική πράξη του για να προφυλάξει το Μεσσολόγγι ο Μάρκος Μπότσαρης επιχειρεί καταδρομικά να αιφνιδιάσει στο Καρπενήσι την μεγάλη Τουρκαλβανική στρατιά εκ 15.000 ανδρών υπό τον Μουσταή πασά της Σκόδρας, για την οποία επική μάχη διηγείται ο Πουκεβίλ: «Συμφώνως προς το εξ αμνημονεύτων χρόνων έθος των πολεμικών της Ελλάδος τέκνων, ο Μάρκος Μπότσαρης παρεσκευάσθη εις μάχην εορτάζων μετά των στρατιωτών του δια συμποσίου, εν τω οποίω προσέφερε σπονδάς… Έκαστος πολεμιστής εκαθαρίσθη από παντός ρύπου λουόμενος εις τα ύδατα του Καμπύσου ποταμού και αφού εκτένισαν τας κυματοειδείς κόμας των, ενδυθέντες τα ωραιότερα ενδύματά των και στεφανωθέντες με άνθη, συναθροίσθησαν προ του Πολεμάρχου των, όπως ακούσωσι τας αποφάσεις αυτού…» (ταυτόσημη με την περιγραφή της προετοιμασίας των αρχαίων Σπαρτιατών προ της μάχης των Θερμοπυλών, την οποία έκπληκτοι παρακολουθούσαν οι ανιχνευτές των Περσών και δεν πίστευαν στα μάτια τους).
ΠΗΓΗ: Αποσπάσματα εκ του βιβλίου του Γρηγόρη Κοσσυβάκη«Διαχρονικός Ηπειρωτικός Ελληνισός». Από την ΕΚΔΗΛΩΣΗ του ΚΕΝΤΡΟΥ ΕΛΕΥΣΙΝΙΑΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ «ΔΑΕΙΡΑ, που θα γίνει την Παρασκευή 16 Φεβρουαρίου 2018, ώρα 19.30, στην αίθουσα εκδηλώσεων του ΠΑΚΠΠΑ Ελευσίνας, με ομιλητή τον δικηγόρο-συγγραφέα Γρηγόρη Κοσσυβάκη με θέμα «Ιστορικός παραλληλισμός Γεωργίου Καστριώτη και Μάρκου Μπότσαρη».
ΔΕΙΤΕ την ομιλία, σε άλλη εκδήλωση, ΕΔΩ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
skaleadis