Της Νεφέλης Λυγερού
Ήταν που ήταν στραβό το κλήμα, το έφαγε και ο γάιδαρος». Στην κατεύθυνση των κλιμακούμενων τουρκικών προκλήσεων έρχεται να προστεθεί και μία νέα τηλεοπτική σειρά. Μετά τις απανωτές δηλώσεις αμφισβήτησης της Συνθήκης της Λωζάννης και της ελληνικότητας των νησιών του Αιγαίου, έρχεται να προστεθεί και “Η πατρίδα μου εσύ”. Πρόκειται για μία φιλόδοξη τηλεοπτική παραγωγή που εξιστορεί τα γεγονότα της περιόδου που προηγήθηκε της Μικρασιατικής Καταστροφής του 1922, αλλά από την ανάποδη. Οι Έλληνες στρατιωτικοί παρουσιάζονται σαν δολοφόνοι και δυνάστες των φιλήσυχων Τούρκων που βλέπουν τις περιουσίες και τις οικογένειές τους να καταστρέφονται απρόκλητα.
Πρωταγωνιστής είναι ο μεγάλος σταρ της γειτονικής χώρας Χαλίτ Εργκέντς, πασίγνωστος στην Ελλάδα από τον ρόλο του «Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς». Αυτός υποδύεται τον Τζεβντέτ, τον χαρακτήρα που μετά τον άδικο διωγμό του επαναστατεί και μετατρέπεται σε Ελληνοφάγο. Στο πλευρό του βρίσκεται η γνωστή ηθοποιός και σύζυγός του στην πραγματική ζωή Μπεργκιουζάρ Κορέλ. Η σειρά έκανε πρεμιέρα μία διόλου τυχαία ημερομηνία, την 29η Οκτωβρίου. Είναι η ημέρα που εορτάζεται η θεμελίωση της Τουρκικής Δημοκρατίας από τον Μουσταφά Κεμάλ.
Παρά το συχνό και απροκάλυπτο ανθελληνικό πνεύμα τους, οι τουρκικές τηλεοπτικές σειρές αποτελούν για τα καλά μέρος της εγχώριας τηλεοπτικής καθημερινότητάς. Κάποτε, ο μακαρίτης πρωθυπουργός και πρόεδρος της Τουρκίας Τουργκούτ Οζάλ είχε πει ότι δεν θα χρειαστεί πόλεμος για να κατακτήσουμε την Ελλάδα. Θα πέσει μόνη της σαν ώριμο φρούτο στις αγκαλιές μας.
Αν ζούσε το 2010 θα έτριβε τα χέρια του. Ήταν η χρονιά που οι τουρκικές σαπουνόπερες συστήθηκαν στο ελληνικό κοινό, το οποίο τους χάρισε εξαρχής πολύ υψηλά ποσοστά τηλεθέασης. Μέχρι και το 2014 είχαν παιχτεί 36 τούρκικες σειρές, κατακτώντας δεσπόζουσα θέση στα ελληνικά τηλεοπτικά προγράμματα. Σήμερα, συνεχίζουν να απολαμβάνουν τεράστια απήχηση, Οι Έλληνες τηλεθεατές έχουν μετατραπεί σε φανατικούς καταναλωτές της τουρκικής σαπουνόπερας, καθώς σχεδόν όλα τα ιδιωτικά κανάλια τις έχουν εντάξει στο πρόγραμμά τους.
Η Ελλάδα, όμως, δεν αποτελεί τον μοναδικό πελάτη τους. Η τουρκική τηλεοπτική βιομηχανία αναπτύσσεται δυναμικά, καθώς έχει κατακτήσει πάνω από 300 εκατομμύρια θεατές σε περισσότερες από 75 χώρες. Τουλάχιστον 70 σειρές, κατά κανόνα σαπουνόπερες, πέρασαν τα τουρκικά σύνορα και κατέκλυσαν τις αγορές με βασικούς αποδέκτες χώρες της Μέσης Ανατολής και των Βαλκανίων. “Το Αγιάζι του έρωτα”, “το Κισμέτ”, “Τα ασημένια φεγγάρια” και “Το Χίλιες και μία νύχτες” προβλήθηκαν ή συνεχίζουν να προβάλλονται σ’ αυτές τις χώρες. Το δημοφιλές και εδώ “Εζέλ” έσπασε τα κοντέρ τηλεθέασης σε Κροατία, Βουλγαρία, Ουγγαρία, κάνοντας μέχρι και 65% τηλεθέαση.
Τα έσοδα της τουρκικής τηλεοπτικής βιομηχανίας από τις εξαγωγές, τον προηγούμενο χρόνο ξεπέρασαν τα 100 εκατομμύρια δολάρια. Συγκριτικά αναφέρουμε ότι το 2007 κυμαίνονταν στο ένα εκατομμύριο. Η επιτυχία τους εξηγείται εύκολα αν δεί κανείς το δοκιμασμένο μοτίβο της αμερικανικής και βραζιλιάνικης σαπουνόπερας, το οποίο ακολουθούν ευλαβικά, με τα αφελή δράματα των ηρώων και τη μικροαστική χλιδή, που ζωντάνεψε στη μικρή οθόνη και ο Νίκος Φώσκολος τη δεκαετία του 1990 στην Ελλάδα.
Την αρχή της τουρκικής κούρσας έκανε η τηλεοπτική σειρά “Χίλιες και μία νύχτες”. Ο πρόεδρος μίας από τις δεκάδες τουρκικές εταιρείες παραγωγής τηλεοπτικών προγραμμάτων Φιράτ Γκουλέντο είναι σαφής: «“Το Χίλιες και μία νύχτες” άνοιξε αγορές σε μία βιομηχανία που πάσχιζε να βρει οδό ανάπτυξης. Ο Ονούρ και η Σεχραζάτ συνέβαλαν στη διεθνή επιτυχία. Μέχρι τότε χρεώναμε γύρω στα 50 δολάρια το επεισόδιο. Μετά την επιτυχία του συγκεκριμένου σήριαλ, η ταρίφα ανέβηκε και έφτασε μέχρι και τις 20.000».
Σήμερα, στη Μέση Ανατολή το μερίδιο των τούρκικων σειρών φτάνει το 65%, ξεπερνώντας έτσι κατά πολύ αυτό των ευρωπαϊκών και των αμερικανικών. Το Καζακστάν, το Αζερμπαϊτζάν και η Βουλγαρία ήταν από τις πρώτες χώρες που είχαν οσμιστεί τη δυναμική των τούρκικων σειρών και είχαν προλάβει να εξασφαλίσουν τα τηλεοπτικά αυτά προϊόντα σε χαμηλές τιμές.
Το περιοδικό Time έγραψε ότι οι σειρές είναι «το κρυφό όπλο του Ερντογάν». Πράγματι, εκτός από την εμπορική πτυχή τους, φαίνεται να έχουν και ιδιαίτερη πολιτική βαρύτητα. Λειτουργούν σαν όχημα της τουρκικής πολιτιστικής επιρροής. Αυτού που παλαιότερα ονομαζόταν πολιτιστικός ιμπεριαλισμός. Πιστή στο δόγμα Νταβούτογλου για άσκηση επιρροής σ’ όλα τα επίπεδα, η νεοοθωμανική Τουρκία έχει στόχο να εδραιωθεί ως ηγεμονική δύναμη στην ευρύτερη περιοχή. Επιδιώκει να λειτουργήσει σαν μητρόπολη του μεταοθωμανικού χώρου, δορυφοροποιώντας όχι μόνο τις μουσουλμανικές, αλλά και τις χριστιανικές χώρες που προέκυψαν από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αυτό δεν προωθείται μόνο με πολιτικοδιπλωματικά μέσα. Προωθείται και με την ήπια, αλλά αποτελεσματική ισχύ της πολιτιστικής επιρροής.
Απόδειξη αυτού είναι ότι το τουρκικό κράτος επιδοτεί συστηματικά τη δημιουργία και την εξαγωγή των τηλεοπτικών αυτών προϊόντων στη Μέση Ανατολή, στην Κεντρική Ασία, στα Βαλκάνια, μέχρι και στη Γαλλία, τη Σουηδία και τη Νορβηγία. Φροντίζει, μάλιστα, να δημιουργεί ακριβές παραγωγές, η δημιουργία των οποίων κοστίζει 100.000 δολάρια την ώρα.
Τις πολυδάπανες αυτές παραγωγές επιπέδου Χόλιγουντ, στη συνέχεια τις προσφέρει σε τιμές ευκαιρίας με μια και μοναδική προϋπόθεση: Να μεταδίδονται στην τουρκική γλώσσα και όχι μεταγλωττισμένες. Βάζει, όμως, και όρους στο περιεχόμενο τους. Οι σειρές πρέπει να προβάλουν την ενότητα της οικογένειας και του ηθικού βίου. Σπάνια ή ποτέ δεν θα δει κανείς τους πρωταγωνιστές να καταναλώνουν αλκοόλ, να καπνίζουν ή να δημιουργούν εξωσυζυγικές σχέσεις.
Το σημαντικότερο, όμως, κριτήριο είναι να προβάλουν θετικά τη χώρα, προωθώντας την εικόνα μίας ισχυρής οικονομικά και πολιτικά Τουρκίας. Είναι τέτοιος ο έλεγχος που ασκούν στο σενάριο και στην παραγωγή των σειρών που ο ίδιος ο Ερντογάν άσκησε δημόσια κριτική στο σήριαλ για τον Σουλεϊμάν, όταν θεώρησε ότι χάνει τον σκοπό του.
Σε ομιλία του στα εγκαίνια περιφερειακού αεροδρομίου άσκησε σκληρή κριτική, λέγοντας ότι «ο Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής πέρασε όλη του τη ζωή πάνω στο άλογο. Δεν είναι ο χαρακτήρας που απεικονίζεται στην τηλεοπτική σειρά». Είχε ενοχληθεί από το γεγονός ότι η σειρά ασχολείται με ίντριγκες στο χαρέμι του σουλτάνου. Ο Τούρκος πρόεδρος είχε φτάσει ακόμα να πει ότι «έχουν ειδοποιηθεί οι αρχές και αναμένεται η Δικαιοσύνη να λάβει τη σωστή απόφαση». Αμέσως μετά το τουρκικό Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο (RTUK) επέβαλε πρόστιμο στην τηλεοπτική σειρά, επειδή «δεν έδειξε τον πρέποντα σεβασμό στην ιδιωτική ζωή μιας ιστορικής προσωπικότητας».
Οι τουρκικές πρεσβείες στις χώρες αυτών των περιοχών έχουν ειδική εντολή να προωθούν αυτά τα προϊόντα μαζικής κουλτούρας. Πραγματοποιούνται, μάλιστα, συσκέψεις στο τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών, στο οποίο έχει δημιουργηθεί μία ειδική υπηρεσία που καταπιάνεται μόνο με τα τουρκικά σήριαλ και τις τηλεταινίες, η οποία στη συνέχεια δίνει οδηγίες στους παραγωγούς.
Το εγχείρημα έχει στεφτεί με απόλυτη επιτυχία. Ο Τούρκος πρέσβης στη Σαουδική Αραβία ανακοίνωσε προσφάτως ότι «τα τουρκικά δράματα έχουν καταφέρει να εκτινάξουν τον αριθμό των τουριστών από τη Σαουδική Αραβία». Επίσης, οι Ιορδανοί ταξιδιωτικοί πράκτορες είδαν τον αριθμό των ταξιδιωτών για την Τουρκία να αυξάνεται κατά 25% όταν έβαλαν στην ξενάγηση το παλάτι όπου διαδραματιζόταν το “Gumus”.
Το σήριαλ “Η πατρίδα μου εσύ” δεν είναι η μοναδική παραγωγή που επιχειρεί να αλλοιώσει την ιστορία. Η τουρκική ταινία “Άλωση 1453” (Fetih 1453) κόστισε περισσότερα από 17 εκατομμύρια δολάρια και χρειάστηκε περίπου τρία χρόνια για να ολοκληρωθεί. Χρησιμοποιήθηκαν περίπου 20.000 κομπάρσοι, 44.000 μέτρα ύφασμα, 25.000 τ.μ. χαρτί και στούντιο των 2.500 τ.μ.
Σύμφωνα με τα τουρκικά ΜΜΕ, είναι χωρίς αμφιβολία η ταινία με τον μεγαλύτερο προϋπολογισμό στην ιστορία του τουρκικού κινηματογράφου. Η εφημερίδα Χουριέτ ανέφερε ότι μόνο για το τρέιλερ της δαπανήθηκαν 600.000 δολάρια. Η ταινία χρηματοδοτήθηκε αποκλειστικά από το τουρκικό κράτος και φτιάχτηκε στο μοντέλο των χολιγουντιανών περιπετειών έτσι ώστε να έχει την επιθυμητή απήχηση στο δυτικό κοινό.
Οι παραγωγές αυτές αποφέρουν χρήματα. Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι υπηρετούν τον σκοπό προβολής της Τουρκίας. Για την ακρίβεια, το νεοοθωμανικό καθεστώς χρησιμοποιεί την τηλεοπτική και κινηματογραφική παραγωγή για να προβάλει μια εξωραϊσμένη εικόνα της τουρκικής ιστορίας και κοινωνικής πραγματικότητας στο εξωτερικό.
stavroslygeros.gr
Ήταν που ήταν στραβό το κλήμα, το έφαγε και ο γάιδαρος». Στην κατεύθυνση των κλιμακούμενων τουρκικών προκλήσεων έρχεται να προστεθεί και μία νέα τηλεοπτική σειρά. Μετά τις απανωτές δηλώσεις αμφισβήτησης της Συνθήκης της Λωζάννης και της ελληνικότητας των νησιών του Αιγαίου, έρχεται να προστεθεί και “Η πατρίδα μου εσύ”. Πρόκειται για μία φιλόδοξη τηλεοπτική παραγωγή που εξιστορεί τα γεγονότα της περιόδου που προηγήθηκε της Μικρασιατικής Καταστροφής του 1922, αλλά από την ανάποδη. Οι Έλληνες στρατιωτικοί παρουσιάζονται σαν δολοφόνοι και δυνάστες των φιλήσυχων Τούρκων που βλέπουν τις περιουσίες και τις οικογένειές τους να καταστρέφονται απρόκλητα.
Πρωταγωνιστής είναι ο μεγάλος σταρ της γειτονικής χώρας Χαλίτ Εργκέντς, πασίγνωστος στην Ελλάδα από τον ρόλο του «Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς». Αυτός υποδύεται τον Τζεβντέτ, τον χαρακτήρα που μετά τον άδικο διωγμό του επαναστατεί και μετατρέπεται σε Ελληνοφάγο. Στο πλευρό του βρίσκεται η γνωστή ηθοποιός και σύζυγός του στην πραγματική ζωή Μπεργκιουζάρ Κορέλ. Η σειρά έκανε πρεμιέρα μία διόλου τυχαία ημερομηνία, την 29η Οκτωβρίου. Είναι η ημέρα που εορτάζεται η θεμελίωση της Τουρκικής Δημοκρατίας από τον Μουσταφά Κεμάλ.
Παρά το συχνό και απροκάλυπτο ανθελληνικό πνεύμα τους, οι τουρκικές τηλεοπτικές σειρές αποτελούν για τα καλά μέρος της εγχώριας τηλεοπτικής καθημερινότητάς. Κάποτε, ο μακαρίτης πρωθυπουργός και πρόεδρος της Τουρκίας Τουργκούτ Οζάλ είχε πει ότι δεν θα χρειαστεί πόλεμος για να κατακτήσουμε την Ελλάδα. Θα πέσει μόνη της σαν ώριμο φρούτο στις αγκαλιές μας.
Αν ζούσε το 2010 θα έτριβε τα χέρια του. Ήταν η χρονιά που οι τουρκικές σαπουνόπερες συστήθηκαν στο ελληνικό κοινό, το οποίο τους χάρισε εξαρχής πολύ υψηλά ποσοστά τηλεθέασης. Μέχρι και το 2014 είχαν παιχτεί 36 τούρκικες σειρές, κατακτώντας δεσπόζουσα θέση στα ελληνικά τηλεοπτικά προγράμματα. Σήμερα, συνεχίζουν να απολαμβάνουν τεράστια απήχηση, Οι Έλληνες τηλεθεατές έχουν μετατραπεί σε φανατικούς καταναλωτές της τουρκικής σαπουνόπερας, καθώς σχεδόν όλα τα ιδιωτικά κανάλια τις έχουν εντάξει στο πρόγραμμά τους.
Η Ελλάδα, όμως, δεν αποτελεί τον μοναδικό πελάτη τους. Η τουρκική τηλεοπτική βιομηχανία αναπτύσσεται δυναμικά, καθώς έχει κατακτήσει πάνω από 300 εκατομμύρια θεατές σε περισσότερες από 75 χώρες. Τουλάχιστον 70 σειρές, κατά κανόνα σαπουνόπερες, πέρασαν τα τουρκικά σύνορα και κατέκλυσαν τις αγορές με βασικούς αποδέκτες χώρες της Μέσης Ανατολής και των Βαλκανίων. “Το Αγιάζι του έρωτα”, “το Κισμέτ”, “Τα ασημένια φεγγάρια” και “Το Χίλιες και μία νύχτες” προβλήθηκαν ή συνεχίζουν να προβάλλονται σ’ αυτές τις χώρες. Το δημοφιλές και εδώ “Εζέλ” έσπασε τα κοντέρ τηλεθέασης σε Κροατία, Βουλγαρία, Ουγγαρία, κάνοντας μέχρι και 65% τηλεθέαση.
Τα έσοδα της τουρκικής τηλεοπτικής βιομηχανίας από τις εξαγωγές, τον προηγούμενο χρόνο ξεπέρασαν τα 100 εκατομμύρια δολάρια. Συγκριτικά αναφέρουμε ότι το 2007 κυμαίνονταν στο ένα εκατομμύριο. Η επιτυχία τους εξηγείται εύκολα αν δεί κανείς το δοκιμασμένο μοτίβο της αμερικανικής και βραζιλιάνικης σαπουνόπερας, το οποίο ακολουθούν ευλαβικά, με τα αφελή δράματα των ηρώων και τη μικροαστική χλιδή, που ζωντάνεψε στη μικρή οθόνη και ο Νίκος Φώσκολος τη δεκαετία του 1990 στην Ελλάδα.
Την αρχή της τουρκικής κούρσας έκανε η τηλεοπτική σειρά “Χίλιες και μία νύχτες”. Ο πρόεδρος μίας από τις δεκάδες τουρκικές εταιρείες παραγωγής τηλεοπτικών προγραμμάτων Φιράτ Γκουλέντο είναι σαφής: «“Το Χίλιες και μία νύχτες” άνοιξε αγορές σε μία βιομηχανία που πάσχιζε να βρει οδό ανάπτυξης. Ο Ονούρ και η Σεχραζάτ συνέβαλαν στη διεθνή επιτυχία. Μέχρι τότε χρεώναμε γύρω στα 50 δολάρια το επεισόδιο. Μετά την επιτυχία του συγκεκριμένου σήριαλ, η ταρίφα ανέβηκε και έφτασε μέχρι και τις 20.000».
Σήμερα, στη Μέση Ανατολή το μερίδιο των τούρκικων σειρών φτάνει το 65%, ξεπερνώντας έτσι κατά πολύ αυτό των ευρωπαϊκών και των αμερικανικών. Το Καζακστάν, το Αζερμπαϊτζάν και η Βουλγαρία ήταν από τις πρώτες χώρες που είχαν οσμιστεί τη δυναμική των τούρκικων σειρών και είχαν προλάβει να εξασφαλίσουν τα τηλεοπτικά αυτά προϊόντα σε χαμηλές τιμές.
Το περιοδικό Time έγραψε ότι οι σειρές είναι «το κρυφό όπλο του Ερντογάν». Πράγματι, εκτός από την εμπορική πτυχή τους, φαίνεται να έχουν και ιδιαίτερη πολιτική βαρύτητα. Λειτουργούν σαν όχημα της τουρκικής πολιτιστικής επιρροής. Αυτού που παλαιότερα ονομαζόταν πολιτιστικός ιμπεριαλισμός. Πιστή στο δόγμα Νταβούτογλου για άσκηση επιρροής σ’ όλα τα επίπεδα, η νεοοθωμανική Τουρκία έχει στόχο να εδραιωθεί ως ηγεμονική δύναμη στην ευρύτερη περιοχή. Επιδιώκει να λειτουργήσει σαν μητρόπολη του μεταοθωμανικού χώρου, δορυφοροποιώντας όχι μόνο τις μουσουλμανικές, αλλά και τις χριστιανικές χώρες που προέκυψαν από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αυτό δεν προωθείται μόνο με πολιτικοδιπλωματικά μέσα. Προωθείται και με την ήπια, αλλά αποτελεσματική ισχύ της πολιτιστικής επιρροής.
Απόδειξη αυτού είναι ότι το τουρκικό κράτος επιδοτεί συστηματικά τη δημιουργία και την εξαγωγή των τηλεοπτικών αυτών προϊόντων στη Μέση Ανατολή, στην Κεντρική Ασία, στα Βαλκάνια, μέχρι και στη Γαλλία, τη Σουηδία και τη Νορβηγία. Φροντίζει, μάλιστα, να δημιουργεί ακριβές παραγωγές, η δημιουργία των οποίων κοστίζει 100.000 δολάρια την ώρα.
Τις πολυδάπανες αυτές παραγωγές επιπέδου Χόλιγουντ, στη συνέχεια τις προσφέρει σε τιμές ευκαιρίας με μια και μοναδική προϋπόθεση: Να μεταδίδονται στην τουρκική γλώσσα και όχι μεταγλωττισμένες. Βάζει, όμως, και όρους στο περιεχόμενο τους. Οι σειρές πρέπει να προβάλουν την ενότητα της οικογένειας και του ηθικού βίου. Σπάνια ή ποτέ δεν θα δει κανείς τους πρωταγωνιστές να καταναλώνουν αλκοόλ, να καπνίζουν ή να δημιουργούν εξωσυζυγικές σχέσεις.
Το σημαντικότερο, όμως, κριτήριο είναι να προβάλουν θετικά τη χώρα, προωθώντας την εικόνα μίας ισχυρής οικονομικά και πολιτικά Τουρκίας. Είναι τέτοιος ο έλεγχος που ασκούν στο σενάριο και στην παραγωγή των σειρών που ο ίδιος ο Ερντογάν άσκησε δημόσια κριτική στο σήριαλ για τον Σουλεϊμάν, όταν θεώρησε ότι χάνει τον σκοπό του.
Σε ομιλία του στα εγκαίνια περιφερειακού αεροδρομίου άσκησε σκληρή κριτική, λέγοντας ότι «ο Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής πέρασε όλη του τη ζωή πάνω στο άλογο. Δεν είναι ο χαρακτήρας που απεικονίζεται στην τηλεοπτική σειρά». Είχε ενοχληθεί από το γεγονός ότι η σειρά ασχολείται με ίντριγκες στο χαρέμι του σουλτάνου. Ο Τούρκος πρόεδρος είχε φτάσει ακόμα να πει ότι «έχουν ειδοποιηθεί οι αρχές και αναμένεται η Δικαιοσύνη να λάβει τη σωστή απόφαση». Αμέσως μετά το τουρκικό Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο (RTUK) επέβαλε πρόστιμο στην τηλεοπτική σειρά, επειδή «δεν έδειξε τον πρέποντα σεβασμό στην ιδιωτική ζωή μιας ιστορικής προσωπικότητας».
Οι τουρκικές πρεσβείες στις χώρες αυτών των περιοχών έχουν ειδική εντολή να προωθούν αυτά τα προϊόντα μαζικής κουλτούρας. Πραγματοποιούνται, μάλιστα, συσκέψεις στο τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών, στο οποίο έχει δημιουργηθεί μία ειδική υπηρεσία που καταπιάνεται μόνο με τα τουρκικά σήριαλ και τις τηλεταινίες, η οποία στη συνέχεια δίνει οδηγίες στους παραγωγούς.
Το εγχείρημα έχει στεφτεί με απόλυτη επιτυχία. Ο Τούρκος πρέσβης στη Σαουδική Αραβία ανακοίνωσε προσφάτως ότι «τα τουρκικά δράματα έχουν καταφέρει να εκτινάξουν τον αριθμό των τουριστών από τη Σαουδική Αραβία». Επίσης, οι Ιορδανοί ταξιδιωτικοί πράκτορες είδαν τον αριθμό των ταξιδιωτών για την Τουρκία να αυξάνεται κατά 25% όταν έβαλαν στην ξενάγηση το παλάτι όπου διαδραματιζόταν το “Gumus”.
Το σήριαλ “Η πατρίδα μου εσύ” δεν είναι η μοναδική παραγωγή που επιχειρεί να αλλοιώσει την ιστορία. Η τουρκική ταινία “Άλωση 1453” (Fetih 1453) κόστισε περισσότερα από 17 εκατομμύρια δολάρια και χρειάστηκε περίπου τρία χρόνια για να ολοκληρωθεί. Χρησιμοποιήθηκαν περίπου 20.000 κομπάρσοι, 44.000 μέτρα ύφασμα, 25.000 τ.μ. χαρτί και στούντιο των 2.500 τ.μ.
Σύμφωνα με τα τουρκικά ΜΜΕ, είναι χωρίς αμφιβολία η ταινία με τον μεγαλύτερο προϋπολογισμό στην ιστορία του τουρκικού κινηματογράφου. Η εφημερίδα Χουριέτ ανέφερε ότι μόνο για το τρέιλερ της δαπανήθηκαν 600.000 δολάρια. Η ταινία χρηματοδοτήθηκε αποκλειστικά από το τουρκικό κράτος και φτιάχτηκε στο μοντέλο των χολιγουντιανών περιπετειών έτσι ώστε να έχει την επιθυμητή απήχηση στο δυτικό κοινό.
Οι παραγωγές αυτές αποφέρουν χρήματα. Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι υπηρετούν τον σκοπό προβολής της Τουρκίας. Για την ακρίβεια, το νεοοθωμανικό καθεστώς χρησιμοποιεί την τηλεοπτική και κινηματογραφική παραγωγή για να προβάλει μια εξωραϊσμένη εικόνα της τουρκικής ιστορίας και κοινωνικής πραγματικότητας στο εξωτερικό.
stavroslygeros.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
skaleadis