Του Παναγιώτη Κάπου*
Η ανεργία, η υποαπασχόληση, η ετεροαπασχόληση των πολιτών καθώς και η ασφυξία των ελεύθερων επαγγελματιών αποτελούν διαχρονικές ελληνικές παθογένειες, οι οποίες έλαβαν εκρηκτικές διαστάσεις την τελευταία επταετία.
Θα ήθελα κυρίως να εστιάσω στους ελεύθερους επαγγελματίες, σε όσους δηλαδή αποφάσισαν να πάρουν τη ζωή στα χέρια τους, να φτιάξουν τη δική τους θέση εργασίας, να δημιουργήσουν επιπρόσθετες θέσεις εργασίας και γι’ άλλους, να εξασκήσουν επαγγελματικά ένα ταλέντο τους, μια δεξιότητα, μία κλίση, μια τέχνη, μια επιστήμη, εντέλει να πραγματοποιήσουν τα όνειρά τους και να κερδίσουν τη ζωή τους μέσα από την παραγωγή και τη δημιουργία.
Όλοι αυτοί που επέλεξαν να είναι ελεύθεροι μέσα από την εργασία τους ζουν σε λάθος χώρα. Σε μια χώρα που αποθεώνει τις πελατειακές σχέσεις, την κομματοκρατία, την ευνοιοκρατία και τον παρασιτισμό. Όλοι αυτοί για το «κάτι σαν» κράτος είναι υπήκοοι και όχι πολίτες. Αποτελούν μια μόνιμη πηγή εσόδων για τη διατήρηση του κρατικιστικού και ευνοιοκρατικού μοντέλου διακυβέρνησης της μεταπολίτευσης που απαρέγκλιτα εφαρμόζουν όλοι αυτοί που οδήγησαν τη χώρα μας στην ηθική και οικονομική χρεοκοπία.
Αυτό το «κάτι σαν» κράτος αντί να προσφέρει αληθινές και δίκαιες ευκαιρίες για επιτυχία στους πολίτες, τους κατατάσσει σε πολίτες πολλών κατηγοριών εγκλωβίζοντάς τους στη λογική των πελατειακών σχέσεων, των αρεστών, του ρουσφετιού, της ελεημοσύνης και της εξαγοράς ψήφου. Αυτό το «κάτι σαν» κράτος αντί να διαδραματίζει ρόλο ρυθμιστικό με ξεκάθαρους κανόνες και ίσες ευκαιρίες για προκοπή βάζει εμπόδια σε καθετί που δεν ελέγχει σε καθετί που δεν διαιωνίζει το ευνοιοκρατικό μοντέλο λειτουργίας του.
Οι (αν)ελεύθεροι επαγγελματίες ή μάλλον οι είλωτες επαγγελματίες καταβάλλουν δυσβάσταχτες εισφορές ρίχνοντας τα χρήματά τους στη μαύρη τρύπα του ΟΑΕΕ, σ’ αυτή την επαίσχυντη χασμωδία που απορροφά αλόγιστα τον μόχθο τους. Οσονούπω, η νέα μαύρη τρύπα θα ονομάζεται ΕΦΚΑ, φορέας ελλειμματικός πριν καν ξεκινήσει.
Επιπρόσθετα, οι είλωτες επαγγελματίες πληρώνουν και προκαταβάλλουν παράλογους φόρους, πληρώνουν ετήσιο χαράτσι με το εξωραϊσμένο όνομα «τέλος επιτηδεύματος» κ.ά. Πριν καν βάλουν το κλειδί στην πόρτα της επιχείρησής τους, πριν καν πατήσουν το πλήκτρο στον υπολογιστή τους, πριν καν εφαρμόσουν την ιδέα και την καινοτομία τους στην πράξη, το μακρύ χέρι του κράτους είναι ήδη εδώ. Σαν άρπαγας μυρίζει φρέσκο χρήμα και εφορμά.
Και πώς αντιμετωπίζονται οι είλωτες επαγγελματίες από το «κάτι σαν» κράτος, τον υποχρεωτικό συνέταιρο που κανένα καταστατικό δεν αναγράφει; Καταδιώκονται από τον ΟΑΕΕ, την εφορία, μένουν ανασφάλιστοι, θεωρούνται συλλήβδην λωποδύτες και φοροφυγάδες. Κατάσχονται οι λογαριασμοί και οι περιουσίες τους, λοιδορούνται, αντιμετωπίζουν την απαξίωση και τη γραφειοκρατία για τα πιο απλά καθημερινά θέματα, αγωνίζονται για να πάρουν μια ενημερότητα, χάνουν ζωτικό χρόνο από την εργασία τους ασχολούμενοι με νόμους που κάθε μέρα αλλάζουν, βρίσκονται σε μια καθημερινή τραγωδία επιβίωσης βλέποντας την ίδια στιγμή δεκάδες κηφήνες να διορίζονται στην «κρατική μηχανή» και να πληρώνονται από τον δικό τους μόχθο.
Οι είλωτες επαγγελματίες τιμωρούνται, γιατί δεν εντάχθηκαν σε κομματικούς στρατούς. Τιμωρούνται γιατί δεν απαίτησαν, δεν εκβίασαν, δεν «συνδικαλίστηκαν», δεν έκλεισαν δρόμους καθώς έχουν και ένα κράτος να θρέψουν, πριν θρέψουν τα παιδιά τους.
Σε ένα στρεβλό κράτος, αυτονόητο είναι να διαστρεβλώνονται τα πάντα είτε από ιδεοληψίες και άρνηση της πραγματικότητας του 21ου αιώνα είτε από πολιτικό αγυρτισμό. Τελευταίας εσοδείας εξαπάτηση αποτελεί η καραμέλα του «νέο-φιλελευθερισμού» και τα παραμύθια με τον «Μινώταυρο». Σε μια χώρα με την ελευθερία της οικονομίας στον παγκόσμιο πάτο, με την πιο κλειστή οικονομία και τη λιγότερο ανταγωνιστική αγορά στην Ε.Ε., με capital controls, με εξόφθαλμες θεσμικές στρεβλώσεις, με εξοντωμένο τον ιδιωτικό τομέα και περίπου 1,5 εκατομμύριο ανέργους προερχόμενους από την ιδιωτική οικονομία υπάρχουν αυτοί που ανερυθρίαστα κάνουν λόγο για «νέο-φιλελεύθερες πολιτικές» χωρίς καμία διάθεση αυτοκριτικής.
Θα πρέπει να γίνει κατανοητό πρωτίστως από την ελληνική πολιτική σκηνή ότι το μέλλον της χώρας αυτής, η ανάπτυξη και η ευημερία των πολιτών της περνούν αποκλειστικά από τον δρόμο της ιδιωτικής οικονομίας, του επιχειρείν και της παραγωγής. Η δημιουργία θέσεων εργασίας δεν μπορεί να γίνει με κάποιο μαγικό ραβδί ούτε με ευχολόγια. Οφείλει να αποτελεί στρατηγική επιλογή των κυβερνήσεων, αν πράγματι επιθυμούν να βγάλουν την Ελλάδα από το τέλμα.
Για να αλλάξει η χώρα μοντέλο παραγωγής, πρέπει πρώτα να προβεί σε θεσμική ανασυγκρότηση, ν’ αλλάξει το μοντέλο της δημόσιας διοίκησης, ν’ απαλλαγεί από τις χρεοκοπημένες νοοτροπίες. Όμως, τα παλιά και νεόκοπα κόμματα του λαϊκισμού και της χρεοκοπίας έχουν στο DNA τους τον κρατισμό, τη συγκέντρωση, τις πελατειακές σχέσεις και την ευνοιοκρατία. Δεν είναι ότι δεν μπορούν ν’ αλλάξουν, ότι δεν τους το επιτρέπουν οι δανειστές – φυσικά, οι ολέθριες ευθύνες των δανειστών δεν μπορούν να εξαντληθούν στο παρόν άρθρο, οι «νέο-φιλελεύθερες» πολιτικές, το κακό το ριζικό μας. Απλώς δεν θέλουν. Θυσιάζουν το μακροπρόθεσμο συμφέρον της χώρας στον βωμό του βραχυπρόθεσμου κομματικού συμφέροντος. Η πραγματικότητα –ακόμα και στα μνημονιακά χρόνια– έχει αποδείξει ότι δεν ενδιαφέρονται ν’ αλλάξουν τη χώρα, αλλά να διαφεντεύουν στα ερείπιά της πουλώντας ελπίδα, συνθηματολογία και ανέξοδο «πατριωτισμό» στους πολίτες.
Γι’ αυτό και ποτέ δεν υπήρξε γνήσια πολιτική βούληση για (ενδεικτικά):
αποκομματικοποίηση της δημόσιας διοίκησης
αξιοκρατία και θέσεις ευθύνης στους άριστους και όχι στους αρεστούς
αξιολόγηση με μετρήσιμα κριτήρια για έναν αποτελεσματικό δημόσιο τομέα
ριζική αναμόρφωση της Δικαιοσύνης
εξάλειψη της γραφειοκρατίας
μείωση αχρείαστων κρατικών δαπανών
δίκαιο και σταθερό φορολογικό σύστημα
έμπρακτη υποστήριξη της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας
προσέλκυση επενδυτών
ενδυνάμωση και αυτονομία των δημόσιων πανεπιστημίων - σύζευξη της έρευνας και της καινοτομίας με την παραγωγή
δυνατότητα ίδρυσης μη κρατικών-μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων
κίνητρα για τη νέα γενιά να δημιουργήσει
υποστήριξη της νεοφυούς επιχειρηματικότητας
βιώσιμο ασφαλιστικό σύστημα
Η Ελλάδα συρρικνώνεται οικονομικά και πληθυσμιακά. Το νούμερο ένα πρόβλημα της χώρας είναι η απώλεια του ανθρώπινου κεφαλαίου. Η νέα γενιά είτε φεύγει από τη χώρα είτε περιθωριοποιείται. Τουλάχιστον το 52% των νέων στην Ελλάδα ζει με τους γονείς του, οι συνταξιούχοι συντηρούν (μάλλον συντηρούσαν μετά και τη νέα αφαίμαξη των συντάξεων) τα εγγόνια τους, οι γονείς προετοιμάζουν τα παιδιά τους για τη μεγάλη απόδραση από τον εφιάλτη της σίγουρης ανεργίας, οι (αν)ελεύθεροι επαγγελματίες παύουν τις εργασίες τους, μεταναστεύουν, αλλάζουν χώρα-έδρα δραστηριότητας για να ζήσουν τις οικογένειές τους.
Ποιος θα βάλει φραγμό σ’ αυτή τη σύγχρονη τραγωδία χωρίς κάθαρση;
Οπωσδήποτε όχι όλοι αυτοί που μετέτρεψαν την πατρίδα μας σ’ ένα αποτυχημένο κράτος συνθλίβοντας τη ζωή των πολιτών και χρεοκοπώντας το μέλλον των νέων γενεών. Μετά και τις τελευταίες εθνικές εκλογές οι αυταπάτες τελείωσαν με τον πλέον εκκωφαντικό τρόπο. Δεν υπάρχουν «από μηχανής θεοί», εθνοσωτήρες και μαγικές λύσεις. Υπάρχει μόνο αλλαγή νοοτροπίας και δουλειά, ευθύνη και ανιδιοτελής προσφορά για τα κοινά. Αυτός είναι ο νέος πατριωτισμός.
Πιστεύω ακράδαντα πως η πατρίδα μας θα αναγεννηθεί από τη στιγμή που οι νέοι, οι δημιουργικοί και παραγωγικοί άνθρωποι του ιδιωτικού τομέα, οι επαγγελματίες, οι επιστήμονες, οι εγκλωβισμένοι άνεργοι που δεν ανέχονται τις ελεημοσύνες και τα κουπόνια εργασίας, αλλά απαιτούν πραγματικές θέσεις εργασίας και αξιοπρέπεια, οι άξιοι δημόσιοι υπάλληλοι που ασφυκτιούν και γενικότερα οι απλοί πολίτες που μετανάστευσαν αποσβολωμένοι στον καναπέ τους βγουν ενεργά στο προσκήνιο με διάθεση συνεννόησης, χωρίς ιδεοληψίες, με ρεαλισμό και ανιδιοτελή διάθεση για προσφορά στην πατρίδα, με ευθύνη στις νέες γενιές που πληρώνουν το μεταπολιτευτικό πάρτι και αναγκάζονται να μεταναστεύουν από τη χώρα.
Μέχρι ποιο σημείο θα αφήνουμε τη ζωή μας να περνά μπροστά από τα μάτια μας; Μέχρι πότε θα εκχωρούμε το μέλλον μας στους ανεπάγγελτους και στους χρεοκοπημένους;
Μήπως ήρθε η ώρα η σιωπηρή πλειοψηφία των πολιτών να οικοδομήσει μια βιώσιμη χώρα;
liberal.
* Ο κ. Παναγιώτης Κάπος δραστηριοποιείται επαγγελματικά στον κλάδο των εκδόσεων και της πολιτιστικής επικοινωνίας. Είναι Υπ. Διδάκτωρ στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και μέλος του προσωρινού Γενικού Συμβουλίου της «Δημοκρατικής Ευθύνης».