Οι διακρατικές Συμφωνίες, γίνονται για να παραβιάζονται – Η Αθήνα πρέπει να καταλάβει ότι η “τροφή” εθνικισμού που προσφέρει στους Τούρκους ο Ερντογάν αφορά γεωγραφικό τμήμα της Ελλάδος
Οι πρόσφατες δηλώσεις του τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, οι οποίες αφορούσαν τη συνθήκη της Λωζάννης και την ζημία που επέφερε αυτή στην Τουρκία, αποδόθηκαν επαρκώς από ένα πλήθος αναλυτών.
Φυσικά και μέσω αυτών των δηλώσεων ο Ερντογάν «μηδενίζει» (τουλάχιστον επιχειρεί να θέσει σε μηδενική βάση) όλες τις συμφωνίες της χώρας του, στέλνει σαφή μηνύματα προς όλους τους ισχυρούς (ενώ ταυτόχρονα προσπαθεί να δημιουργήσει νέες διακρατικές συμφωνίες με κάθε έναν ξεχωριστά) και επιχειρεί με αμφίβολες μεθόδους (που τον έχουν χαρακτηρίσει ως «ασταθή σύμμαχο») να τοποθετηθεί ως εκείνος που μπορεί να προσφέρει λύσεις (στα προβλήματα που έχει δημιουργήσει ο ίδιος).
Ο τούρκος πρόεδρος απευθύνεται είτε προς την Ευρώπη με τους «πρόσφυγες», είτε προς τις ΗΠΑ και τη Ρωσία μέσω της Συρίας και του Ιράκ ή της Ουκρανίας και της Κριμαίας. Μέσα στα πλαίσια αυτού του άτυπου «ανατολίτικου παζαριού» δεν διστάζει να απαιτεί επιβολή των δικών του όρων σε θέματα της Συρίας, του Ιράκ, των Κούρδων, της Κύπρου, αλλά και του Αιγαίου, απειλώντας εμμέσως πλην σαφώς και την ειρήνη σε οτιδήποτε ο ίδιος θεωρεί πως τον εξυπηρετεί.
Η αναθεωρητική πολιτική του δημιουργεί ζωτικούς χώρους και σειρά προβλημάτων στα κράτη που βρίσκονται στην ευρύτερη περιφέρεια της Τουρκίας (ιδιαίτερα σε Ελλάδα, Συρία, Ιράκ, Ιράν, αλλά και στα Βαλκάνια), ενώ φαίνεται να ασκεί μέγιστη πίεση στο ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ, δυσαρεστώντας ταυτόχρονα τον επανακάμψαντα ως σύμμαχο Πούτιν.
Όλα αυτά, θα ήταν επικίνδυνα για την Ελλάδα ακόμη και εάν δεν είχαν γίνει δηλώσεις από τον τούρκο πρόεδρο που να αφορούν την Ελλάδα και τη συνθήκη της Λωζάννης… Όμως, τώρα, ο τούρκος πρόεδρος ανοίγει θέματα που ξεκινούν από τον Έβρο και τη Θράκη, διασχίζουν ολόκληρο το Αιγαίο και φτάνουν από το Καστελλόριζο έως την Κύπρο… Και αυτό είναι κάτι που δεν μπορεί να αγνοηθεί.
Είναι απολύτως σαφές σε όλους πως ο Ταγίπ Ερντογάν είναι μία ιδιαίτερη προσωπικότητα. Είναι ένας πολιτικός που εμφανίσθηκε από το πουθενά και του οποίου η ματαιοδοξία θα τον οδηγήσει είτε στην άβυσσο της ιστορίας είτε στο να μετατραπεί στην προσωπικότητα εκείνη που κατόρθωσε να εκμεταλλευτεί όλες τις συγκυρίες για να συζητιέται στην Τουρκία ως ήρωας για τα επόμενα 100 και πλέον χρόνια.
Στην πολιτική του διαδρομή ο σημερινός τούρκος Πρόεδρος συνάντησε πολλά προβλήματα, αλλά είχε και πολλούς συμμάχους. Εμφανίστηκε από το πουθενά, όταν εκλέχτηκε δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης προβάλλοντας και προτάσσοντας ένα δυτικού πολιτικό Ισλάμ. Δεν έχει σημασία εάν τον είχε ήδη βγάλει από την αφάνεια το κεμαλικό καθεστώς. Το σημαντικό για τον ίδιο –αλλά και την Τουρκία των επόμενων χρόνων- ήταν πως με τις ευλογίες και τον πολιτικό σχεδιασμό των ΗΠΑ (που αναζητούσαν μια πρόταση διακυβέρνησης για τις χώρες της Μέσης και Εγγύς Ανατολής), συνεπικουρούμενος και από το σύστημα – δίκτυο του ιμάμη Γκιουλέν, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν πολύ σύντομα κατανόησε το μέγεθος της ευκαιρίας που του δινόταν για να αφήσει τη δική του ανεξίτηλα σφραγίδα στην Τουρκία.
Ακολουθώντας πιστά τις οδηγίες των ΗΠΑ και με την βοήθεια του Γκιουλέν, μπόρεσε σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα να «διαγράψει» το πρόσωπο της στρατοκρατούμενης Τουρκίας και να αλλάξει σε έναν σημαντικό βαθμό την μορφή της γειτονικής χώρας (τουλάχιστον στα παράλια του Αιγαίου και σε ένα μέρος της Κωνσταντινούπολης. Αναδιάταξε σημαντικά την οικονομία της Τουρκίας, και, φυσικά, δημιούργησε νέα «οικονομικά τζάκια», ενώ αποπλήρωσε και το χρέος προς το ΔΝΤ. Μέσα στα πλαίσια της αλλαγής πλεύσης και του νέου ισλαμικού πολιτικού μοντέλου διακυβέρνησης, συνεργάστηκε με την Σαουδική Αραβία και το Κατάρ για να ενισχύσει το Ισλάμ τόσο στην Τουρκία όσο και στα Βαλκάνια. Ταυτόχρονα, εντατικοποίησε την τουρκική εξωτερική πολιτική (με «όπλο» το Ισλάμ) προς κάθε κατεύθυνση, από τα Βαλκάνια μέχρι την Κίνα (Ουιγούροι), ακολουθώντας το δόγμα Νταβούτογλου, αν κα τελικά ο τελευταίος αποπέμφθηκε μέσα στα πλαίσια του απόλυτου ελέγχου (κα του μηδενικού ανταγωνισμού) που ήθελε να έχει ο Ερντογάν. Δεν δίστασε να συγκρουστεί με το Ισραήλ αλλά και να συμμετέχει στην τεράστιας κλίμακος επιχείρηση αλλαγής του γεωπολιτικού σκηνικού στην Μέση Ανατολή (Συρία – Ιράκ), εξυπηρετώντας σαφέστατα τα γεωστρατηγικά συμφέροντα των ΗΠΑ μέσω της άτυπης συμμαχίας με το Κατάρ και τη Σαουδική Αραβία.
Ο Ερντογάν, μία προσωπικότητα με αρκετές ιδιαιτερότητες, μέσα στα πλαίσια του προσωπικού του μεγαλοϊδεατισμού, εισήγαγε την επαναφορά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και τη νέα μεγάλη Τουρκία, προσφέροντας ένα όραμα στους τούρκους πολίτες. Αυτό ήταν και ένα από τα πρώτα του «επικίνδυνα» βήματα, που τελικά αποκάλυψαν έναν ιδιαίτερα οξύ και αυταρχικό χαρακτήρα, που δεν δίστασε ούτε στιγμή να εκμεταλλευτεί την «ευκαιρία του πραξικοπήματος» για να προχωρήσει σε εκκαθαρίσεις σε κάθε τομέα της κρατικής μηχανής (Στρατός, Δικαιοσύνη, Αστυνομία, Δημόσια Διοίκηση, Εκπαίδευση). Οι φανατικοί κεμαλιστές στοχοποιήθηκαν ως «πραξικοπηματίες», ενώ ο μεγάλος του πρώην σύμμαχος και στη συνέχεια αντίπαλος ιμάμης Φετουλάχ Γκιουλέν και το δίκτυό του εντός και εκτός Τουρκίας, χαρακτηρίστηκε ως «τρομοκράτης» και «δίκτυο τρομοκρατών» (τρομοκράτης για τον Ερντογάν είναι ό,ποιος είναι αντίπαλος ή πιθανός αντίπαλος). Με τις διώξεις κατόρθωσε να επιβληθεί στον απόλυτο βαθμό, αφού το μήνυμα που απέστειλε ήταν σαφές: «όποιος δεν είναι μαζί μου είναι εχθρός της Τουρκίας και θα αντιμετωπίσει τα χειρότερα».
Όμως η μεγάλη κίνηση στην πολιτική σκακιέρα του Ερντογάν είναι αυτές ακριβώς οι τελευταίες δηλώσεις για τη συνθήκη τς Λωζάννης, που έγιναν για να προκαλέσουν ένα κλίμα μεγαλοϊδεατισμού και συσπείρωσης των πολιτών γύρω από τον τούρκο πρόεδρο που προσφέρει το όραμα της μεγάλης Τουρκίας, αλλά και για να δημιουργήσουν την πρώτη αισθητή απόπειρα αποκαθήλωσης του τελευταίου και μεγαλύτερού του αντιπάλου, του ίδιου του Κεμάλ Ατατούρκ!!! Ο Ερντογάν θέλει να ξεπεράσει τον «ήρωα της Τουρκίας» και να γίνει ο ίδιος το πρόσωπο εκείνο το οποίο θα καταγραφεί στην διεθνή ιστορία –και φυσικά μέσα στην Τουρκία- ως ο άνθρωπος που σχεδίασε και υλοποίησε το σχέδιο μιας μεγάλης Τουρκίας, μίας νέας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Για να γίνει όμως κατορθωτό αυτό απαιτείται η αποκαθήλωση του «μεγάλου ήρωα», του Κεμάλ Ατατούρκ.
Ο ίδιος ο Ερντογάν, λοιπόν, ως αδιαμφισβήτητος ηγέτης, ξεκίνησε την διάλυση της προσωπικότητας και της ισχύος του προσώπου του Κεμάλ, ως εκείνου που «έδωσε το Αιγαίο στους Έλληνες»… Θα ακολουθήσουν τα ελεγχόμενα (σε απόλυτο βαθμό τουρκικά ΜΜΕ), ώστε να εξασφαλίσουν την σπίλωση του Κεμάλ και την αντικατάστασή του από τον «χαλίφη Ταγίπ». Σε αυτή του την προσπάθεια ο Ερντογάν επέλεξε να στραφεί προς την Ελλάδα, επειδή γνωρίζει ήδη το σαθρό, αδιάφορο και φοβικό (στα εθνικά θέματα), πολιτικό σκηνικό. Επέλεξε να αναφερθεί στο Αιγαίο και σε μια διεθνή συνθήκη που πρώτη η Ελλάδα οφείλει να υπερασπισθεί εάν αυτή απειληθεί από την Τουρκία. Επέλεξε την Ελλάδα και «έριξε το τυράκι» περιμένοντας το λάθος της ελληνικής πλευράς. Επέλεξε την Ελλάδα για να μετρήσει τις αντιδράσεις για τις δικές του μετέπειτα κινήσεις. Απέφυγε να θέσει θέμα προς τα ανατολικά του σύνορα, αφού γνωρίζει ότι προς εκείνη την πλευρά ο λόγος ανήκει σε άλλους, ενώ ο ίδιος μπορεί να ελπίζει πως το αποτέλεσμα των όσων συμβαίνουν στη Μέση Ανατολή δεν θα επηρεάσει σε μεγάλο (αρνητικό) βαθμό την Τουρκία, ενώ ταυτόχρονα προσπαθεί να καταλάβει εδάφη για να τα θέσει ως σημεία διαπραγμάτευσης της επόμενης ημέρας…
Ο Ερντογάν παίζει σίγουρα με τη φωτιά. Βρυχάται ως λιοντάρι, αλλά το κλίμα τρομοκρατίας που έχει επιβάλει στο εσωτερικό της Τουρκίας αποδεικνύει πως είναι ένα φοβισμένο ή στριμωγμένο στη γωνία λιοντάρι που απειλεί επειδή νιώθει να απειλείται. Απαιτεί τα πάντα, ελπίζοντας πως στο τέλος θα έχει αποκομίσει έστω και τα ελάχιστα. Αυτή την απειλή, αυτή την προσπάθεια μεγιστοποίησης ισχύος και ιστορικής καταγραφής του Ερντογάν οφείλει να αντιληφθεί η ελληνική ηγεσία για να τοποθετηθεί εγκαίρως στην πιθανή τουρκική απειλή βίας, η οποία τυγχάνει να εξυπηρετεί και συμφέροντα που θέλουν την Ελλάδα να βρίσκεται σε καθεστώς ανασφάλειας και ισχυρότατης πίεσης.
Το ζητούμενο, για την ελληνική πλευρά δεν είναι –δυστυχώς- μόνο το πώς θα αντιδράσει και αν θα κάνει κάποιο λάθος που θα εκμεταλλευτεί η τουρκική εξωτερική πολιτική, αλλά αν θα αντιδράσει στον τούρκο πρόεδρο που είτε έχει άγνοια του γεωπολιτικού κινδύνου, είτε αποφάσισε την ιστορική του καταγραφή με κάθε τρόπο και μέσο, ακόμη και ισχυριζόμενος πως «κατανοεί τις αιτιάσεις της τουρκικής αντιπολίτευσης» που θέτει θέμα επαναφοράς στην τουρκική επικράτεια 16 ελληνικών νησιών, νησίδων και βραχονησίδων…
Η ελληνική πλευρά και συγκεκριμένα η συγκυβέρνηση Τσίπρα – Καμμένου, θα πρέπει να κατανοήσει πως οι διεθνείς συνθήκες και οι διακρατικές συμφωνίες φτιάχνονται για να παραβιαστούν, να καταργηθούν και τέλος να αντικατασταθούν από νέες, οι οποίες σε καμία περίπτωση δεν είναι win-win και είναι άμεσα συνδεδεμένες με εθνικές καταστροφές. Και, δυστυχώς, η ελληνική κυβέρνηση δεν αντιλαμβάνεται καν πως δεν τίθεται καν θέμα διλήμματος για το πως πρέπει να αντιμετωπίσει την επικίνδυνη αλαζονεία και τον μεγαλοϊδεατισμό του τούρκου προέδρου, ο οποίος έθεσε επισήμως θέμα απώλειας – υφαρπαγής μέρους της ελληνικής επικράτειας σε όλο το μήκος των χερσαίων και θαλασσίων ελληνοτουρκικών συνόρων, γνωρίζοντας πολύ καλά πως εάν τελικά αποκαθηλώσει τον Κεμάλ, ο ίδιος θα πρέπει να παρουσιάσει μια νίκη (έστω και μικρή) που θα υλοποιεί την εκκίνηση της νέας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας…
Μια τέτοια εξέλιξη, όσο δυσάρεστη κι αν είναι για την Ελλάδα, δεν πρόκειται να την σταματήσει η Ευρώπη (που δεν έχει ούτε κατάλληλους μηχανισμούς ούτε και την πολιτική βούληση), αλλά ούτε και το «ξανθό γένος» που αρέσκεται να κλείνει συμφωνίες με την Άγκυρα και να διατηρεί τον ρόλο του σωτήρα που δεν ήρθε ποτέ για την Αθήνα. Ακόμη και οι ΗΠΑ –με αντικρουόμενες ομάδες και συμφέροντα- πολύ δύσκολα θα αποφασίσουν να δράσουν εγκαίρως υπέρ του διεθνούς δικαίου ή της Νατοϊκής συμμαχίας. Η Ουάσιγκτον θα επιλέξει τον ρόλο του «ειρηνοποιού» μετά την ό,ποια καταιγίδα, για να αποκομίσουν οι ΗΠΑ τα μέγιστα οφέλη (πάγια τακτική) και από τις δύο πλευρές (τακτική που βλέπουμε να εφαρμόζεται ήδη στην Κύπρο που απειλείται ευθέως με τουρκοποίηση).
Όταν κάποιος απειλεί τα σύνορά σου, δεν αρκεί να του θυμίσεις το διεθνές δίκαιο. Είσαι υποχρεωμένος να τον κάνεις να κατανοήσει όχι πως έχει άδικο, αλλά πως είσαι διατεθειμένος να τον αντιμετωπίσεις εκτός (διεθνών) δικαστηρίων. Κανένας δεν υπαρασπίζεται το δίκαιό του με τα λόγια, αφού είναι γνωστό πως τελικά το δίκαιο «δίνεται» σε όποιον είναι ισχυρός και αποφασισμένος.
Ίσως θα έπρεπε κάποια στιγμή, εκείνοι που ισχυρίζονται ότι κυβερνούν την Ελλάδα, να καταλάβουν πως η ιστορία δίνει μαθήματα. Και όσοι (άνθρωποι ή λαοί) δεν μαθαίνουν από αυτά υποχρεώνονται να τα ζήσουν με επώδυνο τρόπο… Εξάλλου, μπορεί ο Ερντογάν να απευθυνόταν (κυρίως) στο εσωτερικό της Τουρκίας, προσφέροντας άφθονη τροφή εθνικισμού, όμως η Αθήνα σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να μην αντιλαμβάνεται πως η «τροφή» αυτή αφορά γεωγραφικό τμήμα της Ελλάδας…
Γεωργίου Μιχαήλ. elthraki.gr
Οι πρόσφατες δηλώσεις του τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, οι οποίες αφορούσαν τη συνθήκη της Λωζάννης και την ζημία που επέφερε αυτή στην Τουρκία, αποδόθηκαν επαρκώς από ένα πλήθος αναλυτών.
Φυσικά και μέσω αυτών των δηλώσεων ο Ερντογάν «μηδενίζει» (τουλάχιστον επιχειρεί να θέσει σε μηδενική βάση) όλες τις συμφωνίες της χώρας του, στέλνει σαφή μηνύματα προς όλους τους ισχυρούς (ενώ ταυτόχρονα προσπαθεί να δημιουργήσει νέες διακρατικές συμφωνίες με κάθε έναν ξεχωριστά) και επιχειρεί με αμφίβολες μεθόδους (που τον έχουν χαρακτηρίσει ως «ασταθή σύμμαχο») να τοποθετηθεί ως εκείνος που μπορεί να προσφέρει λύσεις (στα προβλήματα που έχει δημιουργήσει ο ίδιος).
Ο τούρκος πρόεδρος απευθύνεται είτε προς την Ευρώπη με τους «πρόσφυγες», είτε προς τις ΗΠΑ και τη Ρωσία μέσω της Συρίας και του Ιράκ ή της Ουκρανίας και της Κριμαίας. Μέσα στα πλαίσια αυτού του άτυπου «ανατολίτικου παζαριού» δεν διστάζει να απαιτεί επιβολή των δικών του όρων σε θέματα της Συρίας, του Ιράκ, των Κούρδων, της Κύπρου, αλλά και του Αιγαίου, απειλώντας εμμέσως πλην σαφώς και την ειρήνη σε οτιδήποτε ο ίδιος θεωρεί πως τον εξυπηρετεί.
Η αναθεωρητική πολιτική του δημιουργεί ζωτικούς χώρους και σειρά προβλημάτων στα κράτη που βρίσκονται στην ευρύτερη περιφέρεια της Τουρκίας (ιδιαίτερα σε Ελλάδα, Συρία, Ιράκ, Ιράν, αλλά και στα Βαλκάνια), ενώ φαίνεται να ασκεί μέγιστη πίεση στο ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ, δυσαρεστώντας ταυτόχρονα τον επανακάμψαντα ως σύμμαχο Πούτιν.
Όλα αυτά, θα ήταν επικίνδυνα για την Ελλάδα ακόμη και εάν δεν είχαν γίνει δηλώσεις από τον τούρκο πρόεδρο που να αφορούν την Ελλάδα και τη συνθήκη της Λωζάννης… Όμως, τώρα, ο τούρκος πρόεδρος ανοίγει θέματα που ξεκινούν από τον Έβρο και τη Θράκη, διασχίζουν ολόκληρο το Αιγαίο και φτάνουν από το Καστελλόριζο έως την Κύπρο… Και αυτό είναι κάτι που δεν μπορεί να αγνοηθεί.
Είναι απολύτως σαφές σε όλους πως ο Ταγίπ Ερντογάν είναι μία ιδιαίτερη προσωπικότητα. Είναι ένας πολιτικός που εμφανίσθηκε από το πουθενά και του οποίου η ματαιοδοξία θα τον οδηγήσει είτε στην άβυσσο της ιστορίας είτε στο να μετατραπεί στην προσωπικότητα εκείνη που κατόρθωσε να εκμεταλλευτεί όλες τις συγκυρίες για να συζητιέται στην Τουρκία ως ήρωας για τα επόμενα 100 και πλέον χρόνια.
Στην πολιτική του διαδρομή ο σημερινός τούρκος Πρόεδρος συνάντησε πολλά προβλήματα, αλλά είχε και πολλούς συμμάχους. Εμφανίστηκε από το πουθενά, όταν εκλέχτηκε δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης προβάλλοντας και προτάσσοντας ένα δυτικού πολιτικό Ισλάμ. Δεν έχει σημασία εάν τον είχε ήδη βγάλει από την αφάνεια το κεμαλικό καθεστώς. Το σημαντικό για τον ίδιο –αλλά και την Τουρκία των επόμενων χρόνων- ήταν πως με τις ευλογίες και τον πολιτικό σχεδιασμό των ΗΠΑ (που αναζητούσαν μια πρόταση διακυβέρνησης για τις χώρες της Μέσης και Εγγύς Ανατολής), συνεπικουρούμενος και από το σύστημα – δίκτυο του ιμάμη Γκιουλέν, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν πολύ σύντομα κατανόησε το μέγεθος της ευκαιρίας που του δινόταν για να αφήσει τη δική του ανεξίτηλα σφραγίδα στην Τουρκία.
Ακολουθώντας πιστά τις οδηγίες των ΗΠΑ και με την βοήθεια του Γκιουλέν, μπόρεσε σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα να «διαγράψει» το πρόσωπο της στρατοκρατούμενης Τουρκίας και να αλλάξει σε έναν σημαντικό βαθμό την μορφή της γειτονικής χώρας (τουλάχιστον στα παράλια του Αιγαίου και σε ένα μέρος της Κωνσταντινούπολης. Αναδιάταξε σημαντικά την οικονομία της Τουρκίας, και, φυσικά, δημιούργησε νέα «οικονομικά τζάκια», ενώ αποπλήρωσε και το χρέος προς το ΔΝΤ. Μέσα στα πλαίσια της αλλαγής πλεύσης και του νέου ισλαμικού πολιτικού μοντέλου διακυβέρνησης, συνεργάστηκε με την Σαουδική Αραβία και το Κατάρ για να ενισχύσει το Ισλάμ τόσο στην Τουρκία όσο και στα Βαλκάνια. Ταυτόχρονα, εντατικοποίησε την τουρκική εξωτερική πολιτική (με «όπλο» το Ισλάμ) προς κάθε κατεύθυνση, από τα Βαλκάνια μέχρι την Κίνα (Ουιγούροι), ακολουθώντας το δόγμα Νταβούτογλου, αν κα τελικά ο τελευταίος αποπέμφθηκε μέσα στα πλαίσια του απόλυτου ελέγχου (κα του μηδενικού ανταγωνισμού) που ήθελε να έχει ο Ερντογάν. Δεν δίστασε να συγκρουστεί με το Ισραήλ αλλά και να συμμετέχει στην τεράστιας κλίμακος επιχείρηση αλλαγής του γεωπολιτικού σκηνικού στην Μέση Ανατολή (Συρία – Ιράκ), εξυπηρετώντας σαφέστατα τα γεωστρατηγικά συμφέροντα των ΗΠΑ μέσω της άτυπης συμμαχίας με το Κατάρ και τη Σαουδική Αραβία.
Ο Ερντογάν, μία προσωπικότητα με αρκετές ιδιαιτερότητες, μέσα στα πλαίσια του προσωπικού του μεγαλοϊδεατισμού, εισήγαγε την επαναφορά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και τη νέα μεγάλη Τουρκία, προσφέροντας ένα όραμα στους τούρκους πολίτες. Αυτό ήταν και ένα από τα πρώτα του «επικίνδυνα» βήματα, που τελικά αποκάλυψαν έναν ιδιαίτερα οξύ και αυταρχικό χαρακτήρα, που δεν δίστασε ούτε στιγμή να εκμεταλλευτεί την «ευκαιρία του πραξικοπήματος» για να προχωρήσει σε εκκαθαρίσεις σε κάθε τομέα της κρατικής μηχανής (Στρατός, Δικαιοσύνη, Αστυνομία, Δημόσια Διοίκηση, Εκπαίδευση). Οι φανατικοί κεμαλιστές στοχοποιήθηκαν ως «πραξικοπηματίες», ενώ ο μεγάλος του πρώην σύμμαχος και στη συνέχεια αντίπαλος ιμάμης Φετουλάχ Γκιουλέν και το δίκτυό του εντός και εκτός Τουρκίας, χαρακτηρίστηκε ως «τρομοκράτης» και «δίκτυο τρομοκρατών» (τρομοκράτης για τον Ερντογάν είναι ό,ποιος είναι αντίπαλος ή πιθανός αντίπαλος). Με τις διώξεις κατόρθωσε να επιβληθεί στον απόλυτο βαθμό, αφού το μήνυμα που απέστειλε ήταν σαφές: «όποιος δεν είναι μαζί μου είναι εχθρός της Τουρκίας και θα αντιμετωπίσει τα χειρότερα».
Όμως η μεγάλη κίνηση στην πολιτική σκακιέρα του Ερντογάν είναι αυτές ακριβώς οι τελευταίες δηλώσεις για τη συνθήκη τς Λωζάννης, που έγιναν για να προκαλέσουν ένα κλίμα μεγαλοϊδεατισμού και συσπείρωσης των πολιτών γύρω από τον τούρκο πρόεδρο που προσφέρει το όραμα της μεγάλης Τουρκίας, αλλά και για να δημιουργήσουν την πρώτη αισθητή απόπειρα αποκαθήλωσης του τελευταίου και μεγαλύτερού του αντιπάλου, του ίδιου του Κεμάλ Ατατούρκ!!! Ο Ερντογάν θέλει να ξεπεράσει τον «ήρωα της Τουρκίας» και να γίνει ο ίδιος το πρόσωπο εκείνο το οποίο θα καταγραφεί στην διεθνή ιστορία –και φυσικά μέσα στην Τουρκία- ως ο άνθρωπος που σχεδίασε και υλοποίησε το σχέδιο μιας μεγάλης Τουρκίας, μίας νέας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Για να γίνει όμως κατορθωτό αυτό απαιτείται η αποκαθήλωση του «μεγάλου ήρωα», του Κεμάλ Ατατούρκ.
Ο ίδιος ο Ερντογάν, λοιπόν, ως αδιαμφισβήτητος ηγέτης, ξεκίνησε την διάλυση της προσωπικότητας και της ισχύος του προσώπου του Κεμάλ, ως εκείνου που «έδωσε το Αιγαίο στους Έλληνες»… Θα ακολουθήσουν τα ελεγχόμενα (σε απόλυτο βαθμό τουρκικά ΜΜΕ), ώστε να εξασφαλίσουν την σπίλωση του Κεμάλ και την αντικατάστασή του από τον «χαλίφη Ταγίπ». Σε αυτή του την προσπάθεια ο Ερντογάν επέλεξε να στραφεί προς την Ελλάδα, επειδή γνωρίζει ήδη το σαθρό, αδιάφορο και φοβικό (στα εθνικά θέματα), πολιτικό σκηνικό. Επέλεξε να αναφερθεί στο Αιγαίο και σε μια διεθνή συνθήκη που πρώτη η Ελλάδα οφείλει να υπερασπισθεί εάν αυτή απειληθεί από την Τουρκία. Επέλεξε την Ελλάδα και «έριξε το τυράκι» περιμένοντας το λάθος της ελληνικής πλευράς. Επέλεξε την Ελλάδα για να μετρήσει τις αντιδράσεις για τις δικές του μετέπειτα κινήσεις. Απέφυγε να θέσει θέμα προς τα ανατολικά του σύνορα, αφού γνωρίζει ότι προς εκείνη την πλευρά ο λόγος ανήκει σε άλλους, ενώ ο ίδιος μπορεί να ελπίζει πως το αποτέλεσμα των όσων συμβαίνουν στη Μέση Ανατολή δεν θα επηρεάσει σε μεγάλο (αρνητικό) βαθμό την Τουρκία, ενώ ταυτόχρονα προσπαθεί να καταλάβει εδάφη για να τα θέσει ως σημεία διαπραγμάτευσης της επόμενης ημέρας…
Ο Ερντογάν παίζει σίγουρα με τη φωτιά. Βρυχάται ως λιοντάρι, αλλά το κλίμα τρομοκρατίας που έχει επιβάλει στο εσωτερικό της Τουρκίας αποδεικνύει πως είναι ένα φοβισμένο ή στριμωγμένο στη γωνία λιοντάρι που απειλεί επειδή νιώθει να απειλείται. Απαιτεί τα πάντα, ελπίζοντας πως στο τέλος θα έχει αποκομίσει έστω και τα ελάχιστα. Αυτή την απειλή, αυτή την προσπάθεια μεγιστοποίησης ισχύος και ιστορικής καταγραφής του Ερντογάν οφείλει να αντιληφθεί η ελληνική ηγεσία για να τοποθετηθεί εγκαίρως στην πιθανή τουρκική απειλή βίας, η οποία τυγχάνει να εξυπηρετεί και συμφέροντα που θέλουν την Ελλάδα να βρίσκεται σε καθεστώς ανασφάλειας και ισχυρότατης πίεσης.
Το ζητούμενο, για την ελληνική πλευρά δεν είναι –δυστυχώς- μόνο το πώς θα αντιδράσει και αν θα κάνει κάποιο λάθος που θα εκμεταλλευτεί η τουρκική εξωτερική πολιτική, αλλά αν θα αντιδράσει στον τούρκο πρόεδρο που είτε έχει άγνοια του γεωπολιτικού κινδύνου, είτε αποφάσισε την ιστορική του καταγραφή με κάθε τρόπο και μέσο, ακόμη και ισχυριζόμενος πως «κατανοεί τις αιτιάσεις της τουρκικής αντιπολίτευσης» που θέτει θέμα επαναφοράς στην τουρκική επικράτεια 16 ελληνικών νησιών, νησίδων και βραχονησίδων…
Η ελληνική πλευρά και συγκεκριμένα η συγκυβέρνηση Τσίπρα – Καμμένου, θα πρέπει να κατανοήσει πως οι διεθνείς συνθήκες και οι διακρατικές συμφωνίες φτιάχνονται για να παραβιαστούν, να καταργηθούν και τέλος να αντικατασταθούν από νέες, οι οποίες σε καμία περίπτωση δεν είναι win-win και είναι άμεσα συνδεδεμένες με εθνικές καταστροφές. Και, δυστυχώς, η ελληνική κυβέρνηση δεν αντιλαμβάνεται καν πως δεν τίθεται καν θέμα διλήμματος για το πως πρέπει να αντιμετωπίσει την επικίνδυνη αλαζονεία και τον μεγαλοϊδεατισμό του τούρκου προέδρου, ο οποίος έθεσε επισήμως θέμα απώλειας – υφαρπαγής μέρους της ελληνικής επικράτειας σε όλο το μήκος των χερσαίων και θαλασσίων ελληνοτουρκικών συνόρων, γνωρίζοντας πολύ καλά πως εάν τελικά αποκαθηλώσει τον Κεμάλ, ο ίδιος θα πρέπει να παρουσιάσει μια νίκη (έστω και μικρή) που θα υλοποιεί την εκκίνηση της νέας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας…
Μια τέτοια εξέλιξη, όσο δυσάρεστη κι αν είναι για την Ελλάδα, δεν πρόκειται να την σταματήσει η Ευρώπη (που δεν έχει ούτε κατάλληλους μηχανισμούς ούτε και την πολιτική βούληση), αλλά ούτε και το «ξανθό γένος» που αρέσκεται να κλείνει συμφωνίες με την Άγκυρα και να διατηρεί τον ρόλο του σωτήρα που δεν ήρθε ποτέ για την Αθήνα. Ακόμη και οι ΗΠΑ –με αντικρουόμενες ομάδες και συμφέροντα- πολύ δύσκολα θα αποφασίσουν να δράσουν εγκαίρως υπέρ του διεθνούς δικαίου ή της Νατοϊκής συμμαχίας. Η Ουάσιγκτον θα επιλέξει τον ρόλο του «ειρηνοποιού» μετά την ό,ποια καταιγίδα, για να αποκομίσουν οι ΗΠΑ τα μέγιστα οφέλη (πάγια τακτική) και από τις δύο πλευρές (τακτική που βλέπουμε να εφαρμόζεται ήδη στην Κύπρο που απειλείται ευθέως με τουρκοποίηση).
Όταν κάποιος απειλεί τα σύνορά σου, δεν αρκεί να του θυμίσεις το διεθνές δίκαιο. Είσαι υποχρεωμένος να τον κάνεις να κατανοήσει όχι πως έχει άδικο, αλλά πως είσαι διατεθειμένος να τον αντιμετωπίσεις εκτός (διεθνών) δικαστηρίων. Κανένας δεν υπαρασπίζεται το δίκαιό του με τα λόγια, αφού είναι γνωστό πως τελικά το δίκαιο «δίνεται» σε όποιον είναι ισχυρός και αποφασισμένος.
Ίσως θα έπρεπε κάποια στιγμή, εκείνοι που ισχυρίζονται ότι κυβερνούν την Ελλάδα, να καταλάβουν πως η ιστορία δίνει μαθήματα. Και όσοι (άνθρωποι ή λαοί) δεν μαθαίνουν από αυτά υποχρεώνονται να τα ζήσουν με επώδυνο τρόπο… Εξάλλου, μπορεί ο Ερντογάν να απευθυνόταν (κυρίως) στο εσωτερικό της Τουρκίας, προσφέροντας άφθονη τροφή εθνικισμού, όμως η Αθήνα σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να μην αντιλαμβάνεται πως η «τροφή» αυτή αφορά γεωγραφικό τμήμα της Ελλάδας…
Γεωργίου Μιχαήλ. elthraki.gr