Τετάρτη 1 Ιανουαρίου 2014

Οἱ φρουροὶ τοῦ ἐλάτου.

Ούτε ο πιο σουρεάλ καλλιτέχνης δεν θα μπορούσε να σκεφθεί την σκηνή του χριστουγεννιάτικου δέντρου και στην βάση του, αντί για φάτνη, να είναι μία διμοιρία των ΜΑΤ, έτσι στοιχισμένη που να μην αφήνει απροστάτευτη ούτε μία χριστουγεννιάτικη μπαλίτσα. Βλέπεις την σκηνή και θυμάσαι κάτι έλατα αιώνων που στέκαν στα βουνά της Αρκαδίας, της Εύβοιας και της Ηλείας χωρίς λαμπιόνια, χωρίς αστεράκια και χωρίς φρουρούς.
Εκατομμύρια πράσινοι γίγαντες που δεν επισκεφθήκαμε ποτέ, που δεν απειλήθηκαν ποτέ από άγνωστους αλλά έγιναν το μεγαλύτερο πυροτέχνημα από τους γνωστούς.
Θυμάμαι και εκείνους τους πυροσβέστες με την μάνικα να δίνουν μάχη σε έναν αγώνα άνισο, που δεν στοίχισε σε κανέναν καμία τζαμαρία, καμία κούκλα βιτρίνας και έτσι δεν προσήχθει κανείς στον εισαγγελέα, κανείς δεν τιμωρήθηκε και κανένας δεν πήρε πάνω του καμία πολιτική ευθύνη. Κανένα “mea culpa” για κείνα τα ελάτια. Καμία διμοιρία των ΜΑΤ και κανένας ιλουστρασιόν δικηγόρος δεν τα υπερασπίστηκε. Έτσι καήκαν με την μία. Μέσα σε τρεις ημέρες, χωρίς διαδηλώσεις, χωρίς υποστηρικτές. Εκεί δεν υπερασπίστηκε κανείς τους κουκουλουφόρους και κανείς από την άλλη δεν ζήτησε να βγάλουν την κουκούλα. Εκεί η σφαίρα δεν ήταν εξοστρακισμός αλλά ευθεία βολή. Στην καρδιά της μάνας με τα τρία παιδιά που λαμπάδιασαν σαν το χριστουγεννιάτικο δέντρο του Κακλαμάνη. Κανείς ένστολος δεν μπήκε μπροστά. Καήκαν δεκάδες άνθρωποι μα κανένας δεν κάηκε από την Δικαιοσύνη. Γεμίσαν τα νεκροταφεία από τους άγνωστους που μπήκαν μπροστά από την πύρινη σφαίρα που ποτέ δεν μάθαμε από ποιο όπλο έφυγε, αλλά ότι τους βρήκε όλους στην καρδιά ζωντανούς και νεκρούς. 
Θυμάμαι και εκείνον τον πυροσβέστη που με αγωνία έβαζε την μάνικα στην πυροσβεστική φωλιά δίπλα στην Αρχαία Ολυμπία και όσο άνοιγε την βάνα, το νερό δεν ερχόταν: «Δεν έχει νερό. Είναι «μαϊμού» ο κρουνός». Αυτά τα λόγια ηχούν τώρα που ακούω μπροστά από το τέλεια φυλαγμένο δέντρο των Χριστουγέννων συνθήματα νεαρών. «Ο κρουνός είναι «μαϊμού». Πήγαινε στον άλλον». Αλλά και ο άλλος ήταν «μαϊμού». Θυμάμαι τους ανθρώπους με τις σαγιονάρες να κουβαλούν κουβάδες από τα σπίτια τους σε λαγκάδια και σε δρόμους. Για ένα δάσος, για ένα σπιτικό, για τα ζωντανά τους, για τις ελιές, για την ζωή τους. Αυτούς τους άγνωστους που αντί για μολότωφ έριχναν νερό. Κουβάδες με νερό για το πολιτικό έγκλημα που δεν θα δικαστεί ποτέ. Οι γνωστοί άγνωστοι με τα λάστιχα και με τις κλάρες που φώναζαν από μέσα τους: «Πολιτικοί- πουλημένοι- δεξιοί κι αριστεροί». Αυτοί που τώρα ανάβουν τα καντήλια των ανθρώπων τους στα νεκροταφεία, δίπλα από τις καινούργιες οδικές αρτηρίες που χαράζονται για το καλό τους…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

skaleadis

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...