Μιλώντας για το βιβλίο του Children of the Dictatorship, ο Κωστής Κορνέτης εξηγεί τι τον ώθησε να ασχοληθεί με τη δράση του ελληνικού αντιδικτατορικού φοιτητικού κινήματος κατά την περίοδο της Χούντας και γιατί το παρομοιάζει με τα μεγάλα κινήματα του ’68.
—Συνέντευξη του Κωστή Κορνέτη στον Χρήστο Τσανάκα.Πηγή : Andro.gr
Ο Βολταίρος και αιώνες αργότερα ο Γέρζι Κοζίνσκι μας πρότειναν να «καλλιεργούμε τον δικό μας κήπο». Εσάς τι σας ώθησε να αφοσιωθείτε ειδικά στον ασπρόμαυρο «κήπο» των δικτατοριών γενικά και της Χούντας των συνταγματαρχών ειδικότερα;
Η ενατένιση του πρόσφατου παρελθόντος της Χούντας, το οποίο δεν έζησα μεν, αλλά μέσα στον απόηχο του οποίου γεννήθηκα και μεγάλωσα, ήταν κάτι που ανέκαθεν με γοήτευε. Με ενδιέφερε να μεγεθύνω αυτή την ασπρόμαυρη φωτογραφία για να προσεγγίσω τη βιωμένη εμπειρία, τη δομή του συναισθήματος, την καθημερινότητα μέσα σε ένα αυταρχικό καθεστώς.
Ποιες διαστάσεις της Επταετίας (’67-’74) παραμένουν ακόμη σκοτεινές και χρήζουν περαιτέρω έρευνας;
Η Επταετία δεν έχει βρεί ακόμα τους μελετητές της. Κάποιοι την ονομάζουν, σωστά, «μαύρη τρύπα» της ιστοριογραφίας. Είναι ένα πεδίο προς διερεύνηση. Μόλις τώρα δειλά δειλά μπαίνουμε σε αυτά τα χωράφια. Θέματα όπως η ευρεία συναίνεση που είχε επικρατήσει στην ελληνική κοινωνία σε σχέση με το αυταρχικό καθεστώς και οι συνέπειες του γεγονότος πως μια ευρεία γκάμα πολιτών επωφελήθηκε από αυτό και από τις παροχές του, είναι ακόμα ανοιχτά προς διερεύνηση. Υπάρχει ακόμα το ταμπού της υποτιθέμενης χρονικής εγγύτητας (παρότι έχουν μεσολαβήσει 46 χρόνια από την επιβολή τοτυ καθεστώτος) και το γεγονός πως ορισμένα πολιτικά ζητήματα, όπως η ακροαριστερή τρομοκρατία, που για κάποιους έχει τις ρίζες της σε εκείνη την εποχή, θεωρούνται ακόμα ανοιχτά. Πρέπει όμως να κινηθούμε αποφασιστικά και να ανοίξουμε αυτό το πεδίο άμεσα, όπως έχει συμβεί και σε άλλες χώρες εδώ και καιρό.
Ποιες ήταν οι σπουδαιότερες ανακαλύψεις σας σχετικά με τη δράση του φοιτητικού κινήματος κατά τη διάρκεια της δικτατορίας των συνταγματαρχών, μια έρευνα που αποτέλεσε τη διδακτορική διατριβή σας και θέμα του βιβλίου σαςChildren of the Dictatorship;
Θέλησα να ερευνήσω για ποιούς λόγους και με ποιούς τρόπους μια συγκεκριμένη ομάδα νέων ανθρώπων μπόρεσαν να εκμεταλλευτούν τα κενά και τις ασυνέχειες του αυταρχικού καθεστώτος, ζητώντας επιτακτικά πολιτική αλλαγή. Το βιβλίο αυτό ερευνά τη σχέση ανάμεσα στις διεθνείς και τις τοπικές διαστάσεις του φοιτητικού κινήματος, τονίζοντας τις ομοιότητες και τις διαφορές με τα κινήματα και τις εμπειρίες των νεολαιίστικων κινημάτων στη Δυτική Ευρώπη και αλλού. Αντιπαραβάλλοντας το αντιδικτατορικό φοιτητικό κίνημα με αυτά του παρελθόντος, αλλά και με τα κινήματα του ’68, υποστηρίζω πως αυτή η γενιά Ελλήνων φοιτητών αποτελούσε πρωτοπορία, όχι μόνο σε επίπεδο δράσης, αλλά και αντιλήψεων. Συμπεραίνω πως το αντιδικτατορικό φοιτητικό κίνημα, ως μείγμα πολιτισμικής αλλά και πολιτικής εξέγερσης, προσομοιάζει με πτυχές των κινημάτων του ’68, παρά τις θεμελιώδεις διαφορές ανάμεσά τους.
Ποιο είναι το πιο τραγικό γεγονός που καταφέρνετε να τεκμηριώσετε στο βιβλίο σας;
Γίνονται εκτενείς αναφορές στον Κύπριο φοιτητή Γιώργο Τσικουρή και την Ιταλίδα σύντροφό του Μαρία Έλενα Αντζελόνι, που βρήκαν τραγικό τέλος τον Σεπτέμβριο του 1970, όταν η βόμβα που επιχειρούσαν να τοποθετήσουν στην πρεσβεία των ΗΠΑ στην Αθήνα εξερράγη πρόωρα, βάζοντας ουσιαστικά τέλος στις λεγόμενες «δυναμικές» μορφές πάλης ενάντια στο καθεστώς. Σαφώς όμως το πιο τραγικό γεγονός είναι η ίδια η αιματηρή κατάληξη της τριήμερης κατάληψης του Πολυτεχνείου, τον Νοέμβριο του 1973. Βέβαια, δεν θα χρησιμοποιούσα τον όρο «τεκμηρίωση» με τη στενή του έννοια – άλλοι ερευνητές, όπως ο Λεωνίδας Καλλιβρετάκης, έχουν κανει κοπιώδη έρευνα για να ταυτίσουν έναν προς έναν τους νεκρούς του Πολυτεχνείου. Εγώ αναφέρομαι στην βιωμένη εμπειρία, στις μνήμες και στο τραύμα που επέφεραν αυτές οι δραματικές στιγμές σε αυτούς που τις έζησαν.
Τι απομένει να έρθει στο φως από τη δράση του αντιστασιακού φοιτητικού κινήματος επί χούντας;
Η δράση των φοιτητών στο εξωτερικό –και κυρίως σε χώρες όπως η Δυτική Γερμανία– μένει ακόμα να εξετασθεί με λεπτομέρεια. Στο βιβλίο καλύπτω ως ένα βαθμό τους ελληνικούς φοιτητικούς κύκλους που δραστηριοποιήθηκαν στη Γαλλία και στην Ιταλία, και τη σχέση τους (η μη) με τα εκεί κινήματα, αλλά χρειάζεται αρκετή έρευνα ακόμη. Αυτό όμως που δεν έχει μελετηθεί καθόλου είναι η μεγάλη πλειοψηφία των φοιτητών που παρέμεινε αδιάφορη στην πολιτική αλλαγή και στις επιπτώσεις της μετά το 1967, αλλά και όσοι στήριξαν ενεργά το καθεστώς στους λεγόμενους διορισμένους φοιτητικούς συλλόγους. Αν και η συνειδητή εστίαση της μελέτης μου είναι στους πρωταγωνιστές της αμφισβήτησης, αυτό δεν σημαίνει ότι οι αντικαθεστωτικοί φοιτητές έπαιξαν ηγεμονικό ρόλο στους φοιτητικούς κύκλους κατά τη διάρκεια της Χούντας. Τουναντίον, αποτελούσαν μια μειονότητα.
Η γενιά του Πολυτεχνείου τείνει να απαξιωθεί στη χώρα μας. Πώς το σχολιάζετε αυτό;
Από τους πρωταγωνιστές του Πολυτεχνείου γνωρίζουμε μόνο αυτούς που κατέλαβαν πολιτικές θέσεις ή θέσεις με μεγάλη αναγνωρισιμότητα. Τι απέγιναν όμως οι λιγότεροι γνωστοί; Τι απέγινε ο απλός φοιτητής που στεκόταν όρθιος πάνω στην πύλη με μια σημαία στο χέρι την ώρα της εισβολής του τανκ; Θα πρέπει να εξετάσουμε πιο προσεχτικά την ένοια της γενιάς ως αναλυτική κατηγορία για να αποφύγουμε τις γενικεύσεις. Η απαξίωση της γενιάς του Πολυτεχνείου συλλήβδην είναι αντίστοιχη με αυτήν της γενιάς του ‘68 σε άλλες χώρες, όπως για παράδειγμα στη Γαλλία –και είναι βολική γιατί μας χρειάζονται εξιλαστήρια θύματα. Διακρίνουμε όμως και μια τάση ισοπέδωσης ολόκληρης της μεταπολίτευσης, αλλά όψιμα και του ίδιου του Πολυτεχνείου ως υποτιθέμενου προπομπού της. Για πρώτη φορά βλέπουμε μια συνειδητή απόπειρα αμφισβήτησης της κομβικότητας του Πολυτεχνείου και την προώθηση της άποψης πως ίσως τα πράγματα να είχαν εξελιχθεί καλύτερα για τη χώρα αν δεν είχε συμβεί, που θεωρώ όχι απλώς εξαιρετικά άστοχη, αλλά και επικίνδυνη.
Ποιοι είναι για εσάς οι μεγαλύτεροι Έλληνες διανοητές των νεότερων καιρών και γιατί;
Ο Κορνήλιος Καστοριάδης –σαφώς ο πιο αναγνωρίσιμος σύγχρονος έλληνας διανοητής στο εξωτερικό– για το γεγονός πως εστίασε με τόσο καίριο τρόπο στη σημασία του φαντασιακού στις σύγχρονες κοινωνίες που ζούμε, παντρεύοντας με υποδειγματικό τρόπο ψυχανάλυση και πολιτική θεωρία. Είναι το είδος του στοχαστή –με σαφή αντίληψη της διάδρασης ανάμεσα στην τοπικότητα και την παγκοσμιότητα– που λείπει όσο τίποτα άλλο αυτή τη στιγμή.
Πώς κρίνετε τη σημερινή πολιτική κατάσταση στη χώρα μας;
Είναι μια εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει ορατή διέξοδος από την πολιτική κρίση, γιατί το πολιτικό προσωπικό της χώρας είναι εντελώς απονομιμοποιημένο και απαρχαιωμένο. Ελπίζω πως, πέρα από τέρατα, η κρίση θα γεννήσει και κάτι ριζοσπαστικά καινούργιο πολιτικά. Μένει να το δούμε.
Πώς κρίνετε την οικονομικοπολιτική κατάσταση στην Κύπρο;
Η Κύπρος έχει ακόμα μεγαλύτερο έλλειμμα πολιτικής από την Ελλάδα. Φοβικά σύνδρομα, κακές πολιτικές ηγεσίες, αλλά κυρίως μια τεράστια ανασφάλεια σε σχέση με τα έως πρόσφατα «κεκτημένα» οδήγησαν σε μια σειρά στρατηγικών λαθών με αποτέλεσμα το παρόν αδιέξοδο.
Τι σας φοβίζει στις σημερινές ευρωπαϊκές πολιτικές εξελίξεις και, αντιθέτως, τι σας κάνει να ελπίζετε σε ένα καλύτερο αύριο, σε μια πιο εύρωστη και πιο δίκαιη Ευρώπη των λαών;
Αυτό που με φοβίζει είναι πως η Ευρωπαϊκή Ένωση οδηγείται προς την αποσύνθεσή της μέσα από εξαιρετικά ανεύθυνες και μονομερείς πολιτικές. Δεν σας κρύβω πως δεν έχω μεγάλη αισιοδοξία για το μέλλον μιας Ευρώπης των λαών και της αλληλεγγύης, τη στιγμή που τα εθνικά στερεότυπα όχι απλώς επέστρεψαν με βία αλλά τείνουν να ριζώσουν, και που η ευρωπαϊκή ιδέα σείεται συθέμελα, χωρίς να δείχνει μέχρι στιγμής υγιή αντανακλαστικά ανάκαμψης. Προσωπικά ελπίζω σε μια πιο στενή συνεργασία ανάμεσα στις χώρες του ευρωπαϊκού νότου, που θα μπορούσε ίσως να οδηγήσει μακροπρόθεσμα στη δημιουργία πιο στιβαρών αντιστάσεων στο καταστροφικό τιμωρητικό μοντέλο που ακολουθείται σήμερα.
Πού βρίσκεστε αυτόν τον καιρό και με τι ασχολείστε;
Βρίσκομαι στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης –στο Κέντρο Ευρωπαϊκών και Μεσογειακών Σπουδών– και διδάσκω ιστορία της Νότιας Ευρώπης τον εικοστό αιώνα. Αυτό τον καιρό ασχολούμαι ιδιαίτερα με τις μεταβάσεις στη δημοκρατία. Η ελληνική μετάβαση από τα κάτω, οι χαμένες ουτοπίες και προσδοκίες, η καθημερινότητα των πρώτων χρόνων μετά την πτώση της δικτατορίας είναι κάτι που με απασχολεί πολύ κι εκεί έχω στρέψει σήμερα το ερευνητικό μου ενδιαφέρον. Συνεπιμελούμαι έναν τόμο με τα πρακτικά ενός συνεδρίου που οργανώσαμε με το περιοδικό «Ιστορείν», με θέμα την Μεταπολίτευση –ένα πολύ επίκαιρο και δύσκολο θέμα. Στα πλαίσια της ίδιας έρευνας μόλις συνδιοργανώσαμε μαζί με το ΝΥU, το Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου (και το Ιστορείν πάντα) ένα συνέδριο με θέμα τις μεταβάσεις, από τον Ευρωπαϊκό Νότο τη δεκαετία του ’70 ως το 1989 και την Αραβική Άνοιξη
Andro.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
skaleadis