Ρεβε-γιοκ!
Κάθε χρόνο τέτοιες μέρες προετοιμάζαμε τη βραδιά της αλλαγής του χρόνου.
Άλλοι καλούσαν κόσμο στα σπίτια τους κι άλλοι ήταν ο κόσμος.
Το μενού είχε πολλά…
ταψιά, άλλα με ρολό χοιρινό, άλλα με κατσίκι στο φούρνο, άλλα με παστίτσιο, άλλα με τυροπιτάκια και τέτοια μπιχλιμπίδια, άλλα με ρύζι και μοσχάρι κοκκινιστό… “να φαν’ κι οι κότες”, που λένε!
Λίγο μετά την αλλαγή του χρόνου, οι γυναίκες μάζευαν γρήγορα τα φαγητά από τα τραπέζια και έστρωναν τιςτσόχες, πάνω στις οποίες θα δοκιμάζαμε την τύχη μας.
Πόκερ, Εικοσιμία, Θανάση και… Μουτζούρη για τα μικρά παιδιά!
Όλοι καταθέταμε το περίσσευμα ή το υστέρημά μας “για το καλό του χρόνου”.
Η αλήθεια είναι πως τους ξετίναζα πάντα, διότι είμαι ανέκαθεν χαρτόμουτρο και γι’ αυτό πάντα μ’ άρεσε να πηγαίνω σε ρεβεγιόν πρωτοχρονιάς.
Έμπαινα με ένα μεροκάματο και έβγαινα με 5-6…
Τα ρεβεγιόν ήταν ωραία, διότι κι οι γυναίκες έρχονταν ντυμένες “υπερπαραγωγή”.
Έτσι, άλλες ευχαριστιόσουν να τις βλέπεις και με άλλες απλώς γελούσες διότι η ανάμειξη Μιλάνου, Παρισίων και Αγίας Βαρβάρας δεν έχει πάντοτε θετικά αποτελέσματα στηναισθητική.
Επίσης, στα ρεβεγιόν γίνονταν και πολύ ενδιαφέρουσες γνωριμίες.
Διότι μες στην πολυκοσμία ήταν εύκολο να ξεμοναχιάσεις οποιαδήποτε ενδιαφερόταν “να μάθει την τέχνη του τιρμπουσόν”. (μπορεί και να μην ήξερες, αλλά δεν πειράζει)
Το καλύτερο σημείο γνωριμιών του ρεβεγιόν, βέβαια, ήταν το δωμάτιο που αφήναμε τα παλτά μας. Διότι μόλις έβλεπες μια άγνωστη αιθέρια ύπαρξη να εισέρχεται στο χώρο, ξαφνικά θυμόσουν πως… ”κάτι ξέχασες να βγάλεις απ’ την τσέπη του παλτό σου”και επομένως πήγαινες να το πάρεις και επ’ ευκαιρία να τη βοηθήσεις να βάλει κάπου το παλτό της. Της πρότεινες, λοιπόν, για ασφάλεια να το βάλει κάτω απ’ το δικό σου και χαριτολογώντας της έλεγες πόσο ωραία ταιριάζουν τα ρούχα της κάτω απ’ τα δικά σου! Αλησμόνητες στιγμές…
Αλλά τα ρεβεγιόν είχαν την πλάκα τους και για άλλους λόγους.
Ήταν οι μόνες μαζώξεις “τύπου πάρτυ” που δεν σκεπάζονταν από το συνεχές “ντάμπα-ντούμπα” της μουσικής και μπορούσες, εκτός των άλλων και να μιλήσεις σαν άνθρωπος.
Τελευταίο ρεβεγιόν που πήγα ήταν την παραμονή της πρωτοχρονιάς του 2009.
Ήμουν σε ένα σπίτι, που δεν ήταν και πολύ του χαρτιού και επομένως το είχαμε ρίξει στην κουβέντα για να περάσει η ώρα.
Η κρίση τότε φανέρωνε τα πρώτα σημάδια της. Οι άνθρωποι είχαν αρχίσει να μιλούν έντονα για πολιτικά ζητήματα.
Ήμασταν στον απόηχο των γεγονότων του Δεκέμβρη του ’08, όταν η Αθήνα συνταρασσόταν από τα γεγονότα που ακολούθησαν τη δολοφονία Γρηγορόπουλου.
Στο ρεβεγιόν -εκτός των άλλων- παρευρίσκονταν δυο μπάτσοι κι ένας ακροδεξιός γιατρός (πολύ φακελάκι ο τύπος).
Θυμάμαι πως με φανερή χαρά τους παρακολουθούσα να μου εκμυστηρεύονται πως“ντρέπονται να βγουν στο δρόμο με τη στολή τους και πως βγαίνουν πια με τα πολιτικά τους απ’ το σπίτι τους και πως κρατούν τη στολή σε σακούλα και αλλάζουν πια στο τμήμα”.
Ο λόγος; Τους έφτυναν στο δρόμο μικροί-μεγάλοι!
Και, επειδή ήξεραν τις πεποιθήσεις μου με τσίγκλαγαν ρωτώντας με αν είναι δημοκρατικό αυτό.
Τους απαντούσα ότι είναι τουλάχιστον δίκαιο, όσο αντί να υπερασπίζονται την ασφάλεια του πολίτη, υπηρετούν τα συμφέροντα του κάθε αλήτη.
Θυμάμαι πόσο είχε ανάψει η κουβέντα με βαρείς χαρακτηρισμούς (από κείνους- εγώ δε βρίζω, προτιμώ να έχω το ήρεμο υπαινικτικό μου ύφος, που τσιγκλάει χειρότερα)!
Τρομοκράτη με ανέβαζαν, κουκουλοφόρο με κατέβαζαν!
Οι δυο μπάτσοι ανέλυαν τις σκέψεις (;) τους για το πώς θα καθαρίσει η χώρα από ”τα σκουπίδια τους αριστερούς που καίνε την Αθήνα”, ενώ ο ακροδεξιός γιατρός αναπολούσε τις ένδοξες εποχές που “κοιμόμασταν με τα παράθυρα ανοιχτά”.
Όταν εγώ σημείωσα πως “οι μετανάστες φροντίζουν να μην πάθει καμιά πνευμονία στην ηλικία που είναι”, αυτός άστραψε και βρόντηξε και είπε πως η αυθάδεια των νεότερων είναι ενδεικτική του πόσο πολύ “μας χρειάζεται ένας Παπαδόπουλος”.
Τι ωραίες εποχές! Τότε οι περισσότεροι τα έβρισκαν όλα καλώς καμωμένα!
Δυο μπάτσοι κι ένας ακροδεξιός γιατρός που ψήφιζαν φανατικά ΝΔ, κρυφοκοιτώντας το ΛάΟΣ.
Τώρα αυτοί ξαφνικά, όπως μαθαίνω, ανακάλυψαν πως το πράγμα ήταν σάπιο.
Και οι δυο πρώτοι επέλεξαν να συστρατευθούν με τη Χρυσή Αυγή (και όχι μόνο ως απλοί ψηφοφόροι) φωνάζοντας τώρα πια πως “όλοι οι άλλοι είναι προδότες”, ενώ ο άλλος είναι φανατικός του Αντώνη που παίζει τον πρωθυπουργό, αλλά συμπαθεί και τη Χρυσή Αυγή, που ”αν έκοβε μερικές μαλακίες, μια χαρά θα ήταν ως κυβερνητικός σύμμαχος”.
Το κλου της βραδιάς ήταν η υπόσχεση που μου έδωσε ο ένας μπάτσος: “πού θα πάει; θα σε πετύχω πουθενά και θα σου βγάλω την κουκούλα και τότε θα δούμε ποιος θα γελάσει”
Εγώ του απάντησα πως “είναι κρίμα που δεν έχει και φασολάδα το σημερινό μενού για να μου κλάσεις τα αρχίδια”.
Αλλά δυστυχώς η απάντησή μου δεν τον ηρέμησε καθόλου…
Τι ωραίες εποχές! Μακάρι να με καλούσαν και φέτος στο ίδιο ρεβεγιόν με τους ίδιους καλεσμένους!
Τώρα που δεν υπάρχει μία για ποκίτσα και 21, θα το ρίχναμε πάλι στην κουβέντα.
Και θα γελούσα με όλους αυτούς τους τύπους και πάλι!
Όχι τίποτα άλλο, αλλά για να τους σπάσω τα νεύρα και να τους βγει ξινό το 2014.
Αλλά πού τέτοια πράγματα!
Ποιος να οργανώσει πια ρεβεγιόν;
Το ρεύμα του φούρνου που θα δουλεύει όλη μέρα ποιος θα το πληρώσει;
Τα κρέατα ποιος θα τα αγοράσει;
Ρεφενέ ρεβεγιόν δεν προβλέπεται.
Και πώς να το ονομάσουμε άλλωστε; Ρεφε-γιόν;
Τώρα πια, πρωτοχρονιά του 2014, άμα δείτε πολλά άτομα μαζεμένα να τρώνε όρθια, δε λέγεται ρεβεγιόν, αλλά συσσίτιο.
Τώρα πια… ρεβε-γιοκ! paganeli
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
skaleadis