Χριστίνα Ταχιάου
Όσα κουτσά, στραβά κι ανάποδα και να έχει η Θεσσαλονίκη, η παραλία της αποζημιώνει γι’ αυτά. Ένα κομμάτι της νέας παραλίαςέχει αναπλαστεί ενώ σε λίγους μήνες (ελπίζουμε ότι) θα παραδοθεί και το υπόλοιπο, με αποτέλεσμα να υπάρχει μια όαση από το Μέγαρο Μουσικής ως τον Λευκό Πύργο.
Η ανάπλαση άλλαξε τις συνήθειες των Θεσσαλονικέων. Μας έκανε παραλιομανείς. Όλο το χρόνο, όλο το 24ωρο, έχει κόσμο και κίνηση. Από εκεί που είχαμε ένα πλακόστρωτο που αποκαλούνταν απαξιωτικά «Λεωφόρος by-pass» επειδή τεκμαιρόταν -εντελώς άδικα- ότι όποιος περπατούσε στην παραλία το έκανε επειδή είχε προβλήματα με την καρδιά του (σοβαρολογώ) ξαφνικά έχει γεμίσει κόσμο που τρέχει, κάνει ποδήλατο, περπατάει, χαίρεται τη ζωή. Είναι απίστευτο πόσο η ανάπλαση ανέβασε στην υπόληψή μας αυτό που είχαμε πάντα δίπλα μας, αλλά δεν του δίναμε ιδιαίτερη σημασία: τη θάλασσα και την απέναντι θέα, Όλυμπο, Πιέρια, Βέρμιο, Πάικο.
Το καλοκαίρι, φυσικά, ο κόσμος πολλαπλασιάζεται. Και μαζί του, όσοι βιοπορίζονται από την παραλία: από καλαμποκούδες και πωλητές νερών, ομορφάντρες καντινιέρηδες με γεννήτριες, μηχανές ποπ κορν και μαλλί της γριάς μέχρι μουσικούς, καλλιτέχνες του πεζοδρομίου και πωλητές κοσμημάτων.
Μερικοί μουσικοί είναι πραγματικά καλοί. Ξεπερνώντας τα κλασικά σουξέ -Γκόραν Μπρέγκοβιτς και Τα κύματα του Δουνάβεως- μπορεί να πετύχεις ακορντεονίστα να ερμηνεύει με μεγάλη μαεστρία Σοστακόβιτς.
Αυτό που πέτυχα, πάντως, εχθές, ούτε που το φανταζόμουν. Έναν σαξοφωνίστα (ΟΚ, φυσιολογικό) κι έναν κοντραμπασίστα. Κοντραμπάσο στην παραλία! Μιλάμε για κοντραμπάσο, τον τύραννο για τον οποίο ο Πάτρικ Ζίσκιντ έγραψε στο ομώνυμο βιβλίο «Το κοντραμπάσο δεν είναι αυτό που λέμε εύκολο όργανο. Είναι περισσότερο εμπόδιο παρά όργανο. Δεν μπορείς να το μεταφέρεις, πρέπει να το σύρεις, κι άμα πέσει, πάει. Στο αυτοκίνητο δεν μπαίνει, παρά μόνο αν βγάλει κανείς τελείως τη θέση του συνοδηγού. Και το αυτοκίνητο γεμίζει, δεν μπορείς να βάλεις τίποτ’ άλλο μέσο. Στο σπίτι πάλι πιάνει τόσο χώρο, που πρέπει συνέχεια να προσέχεις για να μην πέσεις επάνω του.». Και συνεχίζει, εξηγώντας πόσο το κοντραμπάσο καταδυναστεύει τη ζωή (και την ερωτική) του μουσικού. Με μαγεύει το μεγαθήριο αυτό, είναι το όργανο που προσπαθώ πάντα να απομονώσω ηχητικά σε ένα κομμάτι, και θαυμάζω τους κοντραμπασίστες που τα καταφέρνουν και τα βγάζουν πέρα μαζί του.
Το τελευταίο, λοιπόν, που θα περίμενα να δω στην παραλία ήταν ένα κοντραμπάσο. Στάθηκα και το άκουσα μαζί με το σαξόφωνο, να παίζουν τζαζ. Οι μουσικοί είχαν και αναλόγιο: στη σελίδα που ήταν μπροστά τους, ήταν οι νότες του Fly me to the moon. Έπαιζαν ήσυχα, συγκεντρωμένα, σαν να μην τους ένοιαζε το κοινό. Στο καπέλο μπροστά τους, αρκετά κέρματα. Έριξα κι εγώ, έφυγα και ξαναπέρασα.
Στο αναλόγιο το φύλλο είχε αλλάξει: στην αριστερή σελίδα το Kind of blue του Miles Davis και στη δεξιά έγραφε μόνο τη λέξη Θάλασσα. Ευτυχώς ήρθε η ώρα για διάλειμμα και για μένα να μάθω τι γυρεύει ένα κοντραμπάσο στην παραλία. Το μεταφέρει ο σαξοφωνίστας με το αυτοκίνητό του, είπαν, και μάλιστα αράζουν στο συγκεκριμένο σημείο επειδή παρκάρουν κοντά και μπορούν να το μεταφέρουν. Ναι, είναι μπελάς. Αλλά τους αρέσει τρελά αυτό που κάνουν! Δεύτερη μέρα τους στην παραλία και είναι ενθουσιασμένοι. Όχι, δε θα ξαναπαίξουν σε μαγαζιά, είναι κοροϊδία και καταπίεση. Θα είναι κάθε μέρα για μια βδομάδα τουλάχιστον στο ίδιο παγκάκι. Λατρεύουν την τζαζ, παίζουν και δικές τους συνθέσεις. Ο σαξοφωνίστας μου είπε ότι ντυνόταν κι ήταν μες στη χαρά, σκεφτόταν ότι θα έρθει στην παραλία σαν να πηγαίνει στη δουλειά του. «Είμαστε ελεύθεροι εδώ. Την πρώτη μέρα που ήρθαμε, βγάλαμε ένα μεροκάματο. Καλύτερα λίγα, με την ψυχή μας, κάνοντας αυτό που αγαπάμε.».
Ρώτησα τι ήταν εκείνο το «Θάλασσα» που έγραφε στην παρτιτούρα του τελευταίου κομματιού που έπαιξαν. «Η Θάλασσα του Νίκου Σκαλκώτα σε δικό μας αυτοσχεδιασμό» είπαν. Η Θάλασσα του Σκαλκώτα.
Ποιος να το έλεγε ότι στην παραλία, κάπου 200 μέτρα από το Μέγαρο Μουσικής, θα ακουγόταν μουσική που σπάνια μπορείς να ακούσεις ακόμη και μέσα στον ναό της!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
skaleadis